Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013


Διότι δεν συνεμορφώθησαν!



«Και παπαγαλάκια ψητά έεεεεχω». Το σχόλιο στο Ιντερνετ, με αφορμή την επίθεση με γκαζάκια σε σπίτια δημοσιογράφων, θα μπορούσε να θεωρηθεί και χιουμοριστικό. Αλλωστε, για τον κόσμο του Ιντερνετ η βία είναι μια εικονική υπόθεση. Λίγοι προσπαθούν να μπουν στη θέση του θύματος και να καταλάβουν τι σημαίνει να ξυπνάς μαζί με τα μικρά παιδιά σου στη μέση της νύχτας από μια έκρηξη χωρίς να ξέρεις αν κινδυνεύουν.
Η βία, βέβαια, της κυρίας που φώναζε «σκοτώστε τον», όταν κάποιοι άλλοι είχαν επιτεθεί και είχαν ξυλοκοπήσει έναν δημοσιογράφο μέρα μεσημέρι στο Σύνταγμα, δεν ήταν καθόλου εικονική. Κι είναι σίγουρο ότι μια μεγάλη μερίδα του κόσμου, ακόμα και αν διαφωνεί με τη βία, δεν τρέφει τα καλύτερα αισθήματα για τους δημοσιογράφους και τα Μέσα Ενημέρωσης.
ΣΕ αυτά ακριβώς τα αισθήματα ποντάρει ο ΣΥΡΙΖΑ και αισθάνεται ότι μπορεί με τέτοια ευκολία να κάνει επιθέσεις στους δημοσιογράφους που τον ενοχλούν. Οχι για να απαντήσει στην κριτική, αλλά για να επικαλεστεί κάθε είδους συνωμοσίες και άνομες σχέσεις διαπλοκής που κατά την άποψή του εξηγούν γιατί ορισμένοι εξ ημών δεν έχουμε αποδεχθεί την εξ αποκαλύψεως αλήθεια του κ. Τσίπρα.
Δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Ούτε αποκλειστικότητα της Αριστεράς. Κατά καιρούς όλα τα κόμματα έχουν στοχοποιήσει δημοσιογράφους και Μέσα, αποδίδοντάς τους κάθε είδους ύποπτα κίνητρα.
Αν σε κάτι διαφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι στη βιαιότητα και στον προσωπικό χαρακτήρα των κατηγοριών - κάτι που ασφαλώς εντάσσεται στην τακτική του να απαξιώνει ηθικά κάθε αντίθετη άποψη και κάθε αντίθετη φωνή. Σταλινικά κατάλοιπα...
Οχι ότι οι δημοσιογράφοι και τα Μέσα είμαστε αναμάρτητοι. Ο χώρος κουβαλά τις ίδιες παθογένειες που κουβαλά η κοινωνία και, κατεξοχήν, το πολιτικό μας σύστημα. Κι όπως και στην πολιτική, έτσι και στα Μέσα Ενημέρωσης ο πολίτης οφείλει να χρησιμοποιεί το δικαίωμα της επιλογής και της κριτικής ανάγνωσης στον μέγιστο βαθμό. Κι είναι φανερό ότι δεν το κάνει.
Το αντίθετο συνήθως συμβαίνει. Μια ματιά αν ρίξει κανείς στις τηλεθεάσεις θα δει πως επιβραβεύονται τα κουτσομπολιά, ο εξευτελισμός των προσώπων και βέβαια οι καφενειακού επιπέδου καβγάδες που σε μεγάλο βαθμό έχουν υποκαταστήσει τον πολιτικό διάλογο.
Οι πολίτες, με άλλα λόγια, αυτοί οι οποίοι βρίζουν τους δημοσιογράφους και ζητούν την κεφαλή τους επί πίνακι, δεν το κάνουν επειδή θέλουν μια άλλη ποιότητα ενημέρωσης, αλλά επειδή θέλουν οι δημοσιογράφοι να αναπαράγουν τις απόψεις με τις οποίες συμφωνούν. Και συνήθως όσο πιο ακραίες και εξωπραγματικές είναι τόσο πιο πολύ θυμωμένοι δηλώνουν.
Νομίζουν ότι φταίει το σύστημα που δεν μπορούν να γίνουν πλειοψηφία. Και βέβαια δεν τους απασχολεί διόλου ότι τα δικά τους Μέσα Ενημέρωσης -επιδοτούμενα συχνά από το κράτος ή τις τράπεζες που, κατά τα άλλα, πολεμούν- δεν έχουν την παραμικρή απήχηση.
Αυτό ακριβώς συνέβη χθες. Πέντε δημοσιογράφοι -και συμβολικά στο πρόσωπό τους πολύ περισσότεροι- δέχθηκαν επίθεση επειδή δεν εκφράζουν τις «σωστές» θέσεις. Μια κυνική απόπειρα τρομοκράτησης.
Με αυτή την έννοια, οι επιθέσεις κατά των δημοσιογράφων δεν είναι παρά ένα ακόμα σύμπτωμα της κουλτούρας της βίας που έχει επικρατήσει στην πολιτική μας ζωή. Και είναι εντυπωσιακό ότι στη χθεσινή ανακοίνωση καταδίκης που εξέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτό που βρήκε να πει είναι ότι πρόκειται για μια «επικίνδυνη και αδιέξοδη» τακτική. Αν ήταν δηλαδή αποτελεσματική, να υποθέσουμε ότι θα ήταν και αποδεκτή;

ΕΘΝΟΣ 12/1/13

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου