Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013


Ο Ελέφαντας στο δωμάτιο



H συζήτηση στο τηλεοπτικό στούντιο κυλούσε όπως συνήθως κυλούν οι πολιτικές συζητήσεις «εφ' όλης της ύλης», όπως συνηθίζουμε να λέμε. Το νέο πολιτικό σκηνικό με τη στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ, η όξυνση του κλίματος, αλλά και η αρνητική αντιμετώπιση ορισμένων απεργιακών κινητοποιήσεων από την κοινή γνώμη, όπως στο Μετρό, που ταλαιπωρούν τους πολίτες και αντιστρατεύονται τις προσπάθειες για εξομάλυνση των συνθηκών στην οικονομία.
«Παραφωνία» ο αναλυτής των τάσεων στην κοινωνία που επέμενε στην ανάγκη συζήτησης επί της ουσίας επισημαίνοντας ταυτόχρονα την αντισυστημική, καθόλου ευκαταφρόνητη διάθεση που εκφράζεται στις δημοσκοπήσεις, η οποία συμπυκνώνεται -όπως είπε- σε τρεις λέξεις: θέλω το «δίκιο μου τώρα».
Αν το σκεφτεί κανείς είναι το ακριβώς αντίθετο από αυτό που λέει το «σύστημα» στους 1.500.000 ανέργους. Ολες οι προβλέψεις και οι πιο αισιόδοξες μιλάνε για διατήρηση της ανεργίας στα σημερινά επίπεδα του 28% και το 2014, ακόμα και αν αρχίσει να ανακάμπτει η οικονομία.
Πολιτικά τις επιπτώσεις δεν τις γνωρίζουμε. Μπορεί να σημαίνουν έκρηξη κοινωνική, μπορεί και όχι. Η κυβέρνηση, άλλωστε, ήδη στηρίζεται στα δύο τρίτα των πολιτών που με κάποιο τρόπο συνεχίζουν να τα βγάζουν πέρα και ελπίζουν ότι οι συνθήκες της ζωής τους θα βελτιωθούν, αν σταματήσει η ύφεση.
Οι άνεργοι, όμως; Μπορούμε να μεταφράσουμε σε ανθρώπινους όρους τι σημαίνει για μια οικογένεια που και οι δύο γονείς είναι άνεργοι, να συνεχίσουν έτσι για άλλον έναν χρόνο χωρίς την παραμικρή βοήθεια από το κράτος και με τις αποταμιεύσεις, αν υπήρχαν, προ πολλού εξαντλημένες; Και μέσα σ' αυτές τις κοντά 400.000 οικογένειες -τόσες υπολογίζεται ότι είναι- τις ξεχωριστές τραγωδίες από απρόβλεπτες καταστάσεις - μια βαριά αρρώστια, ένα παιδί που χρειάζεται βοήθεια;
Θέλουν το δίκιο τους τώρα! Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος για να καταλάβει ότι μια στοιχειώδης κάλυψη των αναγκών τους κοστίζει - κοντά στα 2 δισεκατομμύρια το έχουν εκτιμήσει ειδικοί επιστήμονες. Ποσό που πρέπει να βρεθεί πέρα και πάνω από τα μέτρα. Και δεν υπάρχουν πολλοί τρόποι: είτε μέσα από φόρους είτε μέσα από πρόσθετες περικοπές.
Για τους άνεργους, βέβαια, δεν μιλάει κανείς. Ούτε οι συνδικαλιστές ούτε οι πολιτικοί. Να σημειωθεί, μάλιστα, ότι όποια κυβέρνηση κι αν είχαμε, με ή χωρίς Μνημόνιο, το πρόβλημα θα ήταν το ίδιο, γιατί ακόμα και σήμερα δεν έχουμε καλύψει το πρωτογενές έλλειμμα, εξακολουθούμε να ζούμε με τα δανεικά.
Στα χαρτιά, βέβαια, οι λύσεις είναι εύκολες. Χτυπάς τη φοροδιαφυγή, περιορίζεις τις σπατάλες, φορολογείς αν θέλεις και τον πλούτο. Στην πράξη καθεμία είναι ιδιαίτερα προβληματική, θέλει χρόνο και είναι αμφίβολο αν τα ποσά που μπορεί να εξοικονομήσει επαρκούν. Και οι άνεργοι θέλουν λύση εδώ και τώρα.
Εχει κάποιο κόμμα το πολιτικό θάρρος να μιλήσει γι' αυτούς; Και αν θέλουμε να είμαστε πιο ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, αντέχει η ελληνική κοινωνία σήμερα, τα δύο τρίτα που επιβιώνουν άλλοι καλύτερα άλλοι λιγότερο καλά, να δείξει την αλληλεγγύη στο ένα τρίτο που απειλείται από τη φτώχεια; Ανάμεσά τους και πολλοί που απειλούνται από ακραία φτώχεια, όπως επισημαίνουν διεθνείς οργανισμοί.
Ερωτήματα που περιμένουν απαντήσεις. Επί της ουσίας, όμως, όχι υπεκφυγές. Γιατί εδώ έχουμε φτάσει, οι σκληροί αριστεροί να προτείνουν να αξιοποιήσουμε το ΔΝΤ για να χαλαρώσει τη λιτότητα η Ευρώπη και οι κεντροαριστεροί να ζητάνε να φύγει το ΔΝΤ για να μπει τέλος στη λιτότητα. Σοβαρότητα μηδέν!

ΕΘΝΟΣ 31/1/13

Πτυχία για κορνίζα



Aν ήμασταν ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, την κρίση που περνάμε σήμερα θα την είχαμε δει αποτυπωμένη εδώ και πολλά χρόνια στα αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων στα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ. Γιατί σε ποια άλλη χώρα το να μπει κανείς στις σχολές της Αστυνομίας απαιτεί πολύ υψηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις από τις περισσότερες σχολές του Πολυτεχνείου; Και με ποια λογική οι εισαγωγικές εξετάσεις για τις σχολές της Παιδαγωγικής, για σειρά ετών, ήταν οι πιο δύσκολες σχεδόν από όλες τις άλλες;
Και οι πιο εύκολες; Μα οι σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων, αυτές δηλαδή που σε προετοιμάζουν για την πιο δυναμική βιομηχανία της χώρας και σου δίνουν και τη δυνατότητα εργασίας στο εξωτερικό. Να αποφύγεις, δηλαδή, τις συνέπειες της κρίσης όπως το έχουν κάνει ήδη πολλοί νέοι που απασχολούνται σ' αυτόν τον κλάδο... Σιγά που θα σπουδάσουμε γκαρσόνια!
Εντάξει, εδώ χωράει μία από τις γνωστές κοινοτoπίες: φταίει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Με άλλα λόγια μία χώρα η οποία, αντί να αναπτύσσει τις παραγωγικές της δυνατότητες, προετοιμάζει τους πολίτες της για δημοσίους υπαλλήλους.
Σε αυτό έχει συμβάλει μια γενικότερη απαξίωση του ιδιωτικού τομέα -το κέρδος είναι εξ ορισμού ύποπτο-, αλλά και μια απαξίωση των πτυχίων ως επαγγελματικού εφοδίου. Πτυχία για την ανεργία δεν λέμε;
Η εικόνα, όταν βλέπει κανείς τα στοιχεία -πάνω από 50% η ανεργία στους κάτω των 25 ετών-, είναι πράγματι μαύρη. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι αρκετά διαφορετική. Γιατί τα ποσοστά αυτά αφορούν τους νέους που δεν φοιτούν σε καμιά σχολή - ΑΕΙ ή ΤΕΙ. Σε απόλυτα νούμερα οι νέοι άνεργοι στην Ελλάδα -περίπου 180.000- ως ποσοστό στον συνολικό πληθυσμό είναι περίπου ίδιοι με τους νέους ανέργους στην Αγγλία.
Το παράδοξο με αυτόν τον τρόπο υπολογισμού -και στην Ευρώπη υπάρχουν προτάσεις να τον αλλάξουν- είναι ότι αν για κάποιον λόγο περισσότεροι νέοι αποφασίσουν να πάνε σε σχολή, αυτό θα φανεί σαν άνοδος της ανεργίας!
Δικαιολογημένα ή όχι, το σίγουρο είναι ότι πολλοί νέοι αντιμετωπίζουν πια το πανεπιστήμιο μόνο ως ένα μέσο για να αποκτήσουν ένα χαρτί. Κι αυτό ξεκινάει από το σχολείο, το οποίο στην πράξη και στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου υποκαθίσταται από τα φροντιστήρια.
Δυστυχώς σε αυτό συμπλέουν και οι εκπαιδευτικοί. Κάποιοι ενεργητικά: δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα, οι εκπαιδευτικοί έρχονται τρίτοι, μετά τους γιατρούς και τους μηχανικούς, στη φοροδιαφυγή. Φυσικά από τα φροντιστήρια.
Αλλοι πάλι και μαζί και η συνδικαλιστική τους ηγεσία, παθητικά, αντιδρώντας ουσιαστικά σε κάθε αλλαγή. Οταν, για παράδειγμα, είχε συζητηθεί η δυνατότητα να εισαχθεί και σε ελληνικά σχολεία το Διεθνές Μπακαλορεά, η ΟΛΜΕ είχε αντιταχθεί σκληρά - ίσως γιατί φοβήθηκε τι θα «ψηφίσουν», με τις επιλογές τους, οι γονείς. Το αποτέλεσμα είναι ότι προσφέρεται μόνο στα ιδιωτικά σχολεία, προς δόξαν των ίσων ευκαιριών.
Ο σημερινός αλλά και διαχρονικός της στόχος είναι η αξιολόγηση. Η οποία κατ' αρχήν είναι αναξιόπιστη, ακόμα και όταν γίνεται από διεθνή προγράμματα όπως το PISA. Κυρίως όμως, όπως διεξοδικά αρθρογραφούν συνδικαλιστικά της στελέχη, αποτελεί το προοίμιο για την υποταγή του σχολείου στην αγορά.
Ο κύκλος θα μπορούσε να κλείσει εδώ. Παράγουμε άχρηστη γνώση, για άχρηστα πτυχία. Κυρίως, όμως, αντιστεκόμαστε στην αγορά!

ΕΘΝΟΣ 30/1/13

Μέρκελ ή Λαγκάρντ;



Πριν από μερικούς μήνες, ο Στίβεν Ράτνερ, μέλος της ομάδας δράσης για την αυτοκινητοβιομηχανία του προέδρου Ομπάμα, έγραψε μια καταιγιστική κριτική στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς για την οικονομική πολιτική της Ευρώπης. Οχι, δεν αφορούσε τη λιτότητα, αλλά τον μυωπικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει την κρίση στην αυτοκινητοβιομηχανία.
Αυτό που υποστήριζε, με δυο λόγια, ήταν ότι χωρίς ακρωτηριασμό ο ασθενής δεν σώζεται. Στις ΗΠΑ, εξήγησε, με τη βοήθεια του κράτους το έκαναν χωρίς πολλή καθυστέρηση. Εκλεισαν μονάδες, απολύθηκαν εργαζόμενοι και σήμερα η βιομηχανία χαίρει άκρας υγείας, εμφανίζει κέρδη και αυξάνει πάλι την απασχόληση.
Στην Ευρώπη, αντίθετα, κάθε χώρα προσπαθεί όπως μπορεί να γλιτώσει θέσεις εργασίας, τα εργοστάσια λειτουργούν με λιγότερο από το 70% της δυναμικότητάς τους, τα χρέη συσσωρεύονται απειλώντας και τις τράπεζες και βέβαια στον ορίζοντα έρχονται και οι απολύσεις. Δεν γνωρίζω πώς χαρακτηρίζεται αυτή η πολιτική του προέδρου Ομπάμα, τον οποίο πλέον αγαπά και η δική μας Αριστερά. Είναι νεοφιλελεύθερη, λόγω των απολύσεων ή μήπως πρόκειται για ορθολογικό σοσιαλιστικό προγραμματισμό;
Το πώς θα την ονομάσουμε έχει μικρή σημασία. Αυτή η διαφορά οικονομικής κουλτούρας, ωστόσο, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό γιατί στις ΗΠΑ ακολουθούν μια κεϊνσιανή πολιτική κατά της λιτότητας, ενώ, αντιθέτως, στην Ευρώπη κάθε προσπάθεια χαλάρωσης προσκρούει στην κ. Μέρκελ.
Τι λέει η Γερμανίδα καγκελάριος; Οτι το πρόβλημα της Ευρώπης είναι η απουσία ανταγωνιστικότητας και ότι πριν προχωρήσει η ενοποίηση και δημιουργήσουμε κοινό κουμπαρά για την αντιμετώπιση της κρίσης, θα πρέπει να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις.
Μεταξύ μας, δεν έχει τελείως άδικο. Εντάξει, οι μεταρρυθμίσεις μπορεί να γίνουν πολύ πιο εύκολα όταν η οικονομία αναπτύσσεται και όχι σε συνθήκες λιτότητας. Ομως, φοβάται ότι αν χαλαρώσει η πίεση, καμιά χώρα δεν θα ενδιαφερθεί για τις μεταρρυθμίσεις.
Δυστυχώς, η μπάλα πήρε πρώτη απ' όλους την Ελλάδα. Και έτσι μας επέβαλαν -οι Ευρωπαίοι- μια παράλογη και τιμωρητική λιτότητα, ζητώντας μας να εξοφλήσουμε τα δάνεια που πήραμε στο πρώτο Μνημόνιο μέσα σε μόλις μία τριετία και βάζοντας ένα επιτόκιο πάνω από τις αντοχές της οικονομίας.
Και αυτά τα έκανε η Ευρώπη, όχι το ΔΝΤ. Η Ευρώπη χρέωνε επιτόκιο 6%, ενώ το ΔΝΤ 3,8% και η Ευρώπη αντιτάχθηκε στο «κούρεμα» του χρέους που εκ των υστέρων μάθαμε ότι ζητούσε το ΔΝΤ από την πρώτη στιγμή. Το έκανε μάλιστα, με τον διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ να επιμένει δημοσίως ότι τα μέτρα είναι αρκετά. Αυτός κι αν έπεσε έξω!
Προφανώς, δεν ξέρουμε τι θα είχε γίνει, αν δεν είχαν μεσολαβήσει όλα όσα «έκτακτα» συνέβησαν τα τελευταία χρόνια - οι παλινωδίες των Ευρωπαίων, η πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, οι απειλές του Grexit, η φυγή των καταθέσεων, η κοινωνική έκρηξη, ο πανικός των αγορών.
Εκείνο που έχει σημασία, ωστόσο, είναι να καταλάβουμε ότι το Μνημόνιο υλοποιεί ουσιαστικά μια ευρωπαϊκή στρατηγική που δεν πρόκειται να αλλάξει στις βασικές της κατευθύνσεις, όσο και αν μας ενοχλεί. Προφανώς θα γίνουν και άλλες διευκολύνσεις. Υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Και το ΔΝΤ; Τον τελευταίο καιρό καλλιεργείται από ορισμένους η ψευδαίσθηση ότι αυτή η ευρωπαϊκή πολιτική με κάποιον μαγικό τρόπο θα αλλάξει, αν φύγει το ΔΝΤ -το οποίο έφερε ο κ. Σόιμπλε- και μείνουν οι «καλοί» Ευρωπαίοι. Σαν σύνθημα είναι «πιασάρικο». Ισχύει, όμως, απολύτως το? χτυπάνε το σαμάρι!

ΕΘΝΟΣ 20/1/13

Ο νόμος κερδίζει!



H πολιτική του «νόμος και τάξη», ή της αντιμετώπισης της ανομίας, αν προτιμάτε, αποδίδει. Ευτυχώς. Σε μια περίοδο κλιμακούμενης και καθοδηγούμενης έντασης θα ήταν πράγματι εξαιρετικά ανησυχητικό αν η πλειοψηφία της κοινής γνώμης επιδοκίμαζε τη βία. Η επίταξη των εργαζομένων στο μετρό, ωστόσο, όπως και μια σειρά κυβερνητικών πρωτοβουλιών των τελευταίων μηνών -η επιχείρηση της αστυνομίας στην ΑΣΟΕΕ, η άρση της κατάληψης στη χαλυβουργική και βέβαια οι επεμβάσεις της ΕΛ.ΑΣ. στα κατειλημμένα κτίρια της Αθήνας- έρχονται να διαλύσουν ακόμα έναν μύθο των τελευταίων χρόνων: ότι η εφαρμογή του νόμου, εκτός από το (δήθεν) πολιτικό κόστος είναι και επικίνδυνη, μπορεί να οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερες παρανομίες.
Ε, λοιπόν, δεν έγινε τίποτα. Το μετρό, για παράδειγμα, επαναλειτούργησε μέσα σε λίγες ώρες προς ανακούφιση των χιλιάδων Αθηναίων που ταλαιπωρούνταν μέσα στη βροχή, χωρίς να ανοίξει μύτη. Εντάξει, ο πρόεδρος των εργαζομένων που μιλούσε για τανκς προσέφυγε στη Δικαιοσύνη, αλλά? μέχρι εκεί.
Το γνωρίζαμε βέβαια από παλιά. Τόσες και τόσες κινητοποιήσεις που προειδοποιούσαν για μακελειό, αν τολμήσει να επέμβει η Αστυνομία -από την κατάληψη του Πολυτεχνείου στη δεκαετία του '90 έως τις αγροτικές κινητοποιήσεις το '96- είχαν ξεφουσκώσει σε χρόνο-μηδέν. Τα τελευταία χρόνια όμως είχε επικρατήσει η αντίθετη άποψη. Ετσι όταν επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ είχε τεθεί ξανά το ζήτημα των καταλήψεων, η ιδέα της επέμβασης είχε απορριφθεί, διότι θα αποτελούσε -είπαν- αιτία πολέμου.
Αλλά και δημόσια υπουργοί είχαν υποστηρίξει τέτοιες απόψεις. Οταν το 2008 η Αθήνα καιγόταν επί ημέρες, ο κ. Παυλόπουλος είχε βρει να πει ότι τουλάχιστον δεν είχαμε νεκρό, προκειμένου να δικαιολογήσει την απουσία αποτελεσματικής αστυνομικής παρέμβασης. Χωρίς να κατανοεί ότι η παράταση της ανομίας ήταν που δημιουργούσε τον κίνδυνο νεκρών, όπως φάνηκε με τραγικά αποτελέσματα στην περίπτωση της Μαρφίν.
Ανάλογες δηλώσεις είχαν γίνει και επί ΠΑΣΟΚ από τον κ. Παπουτσή όταν και πάλι η αστυνομία ήταν θεατής είτε στην υπόθεση της Υπατίας με τους μετανάστες είτε στην Κερατέα.
Τις πολιτικές επιπτώσεις τις υπέστη κατεξοχήν το ΠΑΣΟΚ, καθώς η επέκταση της ανομίας είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορούν οι βουλευτές του να κυκλοφορήσουν στον δρόμο χωρίς να υποστούν προπηλακισμούς.
Για την αντιπολίτευση βέβαια η στάση της κυβέρνησης δεν αποτελεί παρά ένα πολιτικό παιχνίδι που εντάσσεται στη «στρατηγική της έντασης» που ακολουθούν ο κ. Σαμαράς και το επιτελείο του Μαξίμου. Ασφαλώς οι πολιτικές σκοπιμότητες έχουν παίξει ρόλο. Εκείνο που δεν καταλαβαίνει, ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας η ακραία πόλωση που προωθείται είναι αποκρουστική. Κι ακόμα κι αν ορισμένοι δεν εγκρίνουν την κυβερνητική πολιτική, οι περισσότεροι κατανοούν ότι θα πρέπει να δοθεί μια ευκαιρία στη χώρα να ορθοποδήσει. Φαίνεται ωστόσο ότι μέσα στη ρητορική της έντασης το πρώτο θύμα είναι η κοινή λογική.
Οσο για τη ΔΗΜΑΡ, για ακόμα μία φορά βρέθηκε να προσπαθεί να πατήσει σε δύο βάρκες στο πλαίσιο μιας τακτικής που θέλει να κάνει διακριτή την πολιτική της ταυτότητα. Ακόμα κι αν καταφέρει να αποφύγει απρόβλεπτες καταστάσεις -μια κλιμακούμενη κριτική θα μπορούσε να ανατρέψει τις εσωτερικές ισορροπίες και να βρεθεί εκτός κυβέρνησης-, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ωφελείται από μια τέτοια στάση.
Οπως επεσήμαινε ιστορικό στέλεχός της, τώρα που βελτιώνεται το κλίμα για την κυβέρνηση, η ΔΗΜΑΡ παίρνει αποστάσεις. Ισως δεν είναι τυχαίο ότι, αντίθετα από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, παρουσιάζει στασιμότητα στις δημοσκοπήσεις!

ΕΘΝΟΣ 28/1/13

Η ανισότητα φέρνει δεινά...



Η ανισότητα σκοτώνει. Αυτό το ξέρουμε καιρό τώρα. Μετά μια εικοσαετία διαρκούς απελευθέρωσης των αγορών αρχίζει και γίνεται συνείδηση όλο και πιο πολλών ότι η ανισότητα βλάπτει σοβαρά και την οικονομία. Κι ότι πίσω από την κρίση δεν βρίσκονται μόνο οι τράπεζες, όσο η διαρκής συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια λίγων και η δημιουργία ενός χρηματιστηριακού κεφαλαίου που δημιουργεί φούσκες.
Το πρόβλημα αφορά, δυστυχώς, και την Ελλάδα. Μετά μια δεκαετία, στη διάρκεια της οποίας υπήρξε σημαντική βελτίωση υπέρ των χαμηλόμισθων, η κρίση φαίνεται ότι μας ρίχνει πίσω κι αυξάνει ξανά τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Πέρα από τις ανέξοδες καταγγελίες ωστόσο, κανείς δεν προβληματίζεται για το πώς μπορεί πραγματικά να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα.
Να πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Στη διάσκεψη του Νταβός, που γίνεται αυτό το Σαββατοκύριακο, έχει προσκληθεί φέτος και ο πρόεδρος του διεθνούς συνδικάτου UNI -με 20 εκατομμύρια μέλη- ο οποίος σε μια φράση συνόψισε το πρόβλημα.
Εδώ στην Ελβετία, είπε, καθόσαστε σε βουνά νεκρού χρήματος. Δώστε αυξήσεις στους εργαζόμενους να αγοράσουν τα προϊόντα και να μπορέσουν να αξιοποιηθούν τα χρήματα.
Το πώς φτάσαμε σ΄ αυτά τα βουνά νεκρού χρήματος αποτελεί αντικείμενο συζήτησης μεταξύ των ειδικών. Ολοι σχεδόν όμως συμφωνούν σε δύο πραγματικά δεδομένα.
Πρώτον ότι την τελευταία εικοσαετία στις περισσότερες χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Ενδεικτικά στις ΗΠΑ το 1% των πλουσιοτέρων το 2007 έφτασε να κατέχει το 18,3% του εθνικού εισοδήματος. Εφτασε δηλαδή ξανά εκεί που ήταν τη δεκαετία του 1920 πριν από την κρίση. Να σημειωθεί ότι την περίοδο της ευημερίας, στις δεκαετίες του ΄60 και του ΄70 είχε πέσει κάτω από το 10%!
Δεύτερον ότι η στασιμότητα στα εισοδήματα αντισταθμίστηκε στις περισσότερες χώρες από την αύξηση του δανεισμού των νοικοκυριών που τους επέτρεψε να κρατήσουν την κατανάλωση ψηλά. Αυτό δημιούργησε τη φούσκα των ακινήτων έως ότου οι αγορές άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι είχαν δημιουργηθεί υπερβολικά χρέη και ξέσπασε η κρίση.
Το χρέος ήταν ιδιωτικό κι έτσι το βάρος της κρίσης έπεσε στις τράπεζες που σώθηκαν με κρατική παρέμβαση. Στην Ελλάδα τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Δεν δανείστηκαν τα νοικοκυριά αλλά το κράτος το οποίο μέσα από τα ελλείμματα, κυρίως την τελευταία δεκαετία, κατάφερε να δημιουργεί θέσεις εργασίας (στο Δη­μόσιο κυρίως) αλλά και να χρηματοδοτεί αυξήσεις στους μισθούς και στις κοινωνικές παροχές.
Το αποτέλεσμα βέβαια ήταν ότι στην Ελλάδα δεν είχαμε αύξηση αλλά μείωση της ανισότητας. Η Ελλάδα ήταν μία από τις μόλις πέντε χώρες του ΟΟΣΑ όπου επιτεύχθηκε κάτι τέτοιο. Ισως δεν είναι τυχαίο ότι στις υπόλοιπες περιλαμβάνονται η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.
Αυτά όμως έως το 2008. Εκτοτε η τάση έχει αντιστραφεί. Ετσι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, ενώ το 2010 το πλουσιότερο 20% των πολιτών ήταν 5,5 φορές πιο πλούσιοι από το 20% των πιο φτωχών, το 2011 έγιναν 6 φορές πιο πλούσιοι και το 2012, αν και δεν υπάρχουν ακόμη στοιχεία, είναι βέβαιο πως η κατάσταση χειροτέρεψε.
Οι λόγοι προφανείς: μείωση των μισθών, μείωση των συντάξεων, μείωση των κοινωνικών παροχών και βεβαίως εκτίναξη της ανεργίας.
Ομως αυτή είναι η στατική εικόνα. Πολύ πιο ενδιαφέρον έχει η προοπτική. Ξέρουμε, λοιπόν, ότι η κρίση αλλάζει το παραγωγικό μοντέλο και ότι η οικονομία θα πρέπει να γίνει πολύ πιο εξωστρεφής και ανταγωνιστική. Το Δημόσιο, όπως και αν εξελιχθούν τα πράγματα, δεν θα έχει χρήματα για προσλήψεις. Οι νέες θέσεις θα προκύψουν από τις επενδύσεις.
Αυτό βέβαια θα καθορίσει και τα δεδομένα στην αγορά εργασίας. Κι όπως και σε πολλές άλλες χώρες, η διάκριση μεταξύ των εργαζομένων θα είναι ανάμεσα σε όσους θα έχουν τα εφόδια για να καλύψουν τις θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν στους νέους κλάδους και σε εκείνους που θα αναζητούν δουλειά στους παραδοσιακούς κλάδους χαμηλής τεχνολογίας και ανταγωνιστικότητας.
Το χειρότερο είναι ότι η ανισότητα έχει την τάση να αναπαράγεται μέσα από πολλά κανάλια, κυρίως ίσως μέσα από την πρόσβαση σε καλύτερη εκπαίδευση. Ετσι η ανεργία εισάγει έναν καινούργιο «ταξικό» διαχωρισμό στην ελληνική κοινωνία που θα απαιτήσει ενεργητικές πολιτικές παρέμβασης - πολιτικές που δεν υπάρχουν.
Αν αναλογιστούμε δε ότι όλα αυτά τα χρόνια χιλιάδες νέοι ήταν προσανατολισμένοι σε σχολές που θεωρούσαν ότι θα τους εξασφαλίσουν δουλειά στο Δημόσιο, μπορούμε να αναλογιστούμε το έγκλημα που έχει συντελεστεί και σε βάρος των νέων και σε βάρος της οικονομίας!

Η απληστία βλάπτει την ανάπτυξη


Η απληστία είναι καλή για την οικονομία. Αυτό ήταν το σύνθημα που κυριάρχησε στις ανεπτυγμένες οικονομίες την τελευταία εικοσαετία. Οχι πια. Κι ενώ όλοι οι οικονομολόγοι αναγνωρίζουν ότι λίγη ανισότητα είναι αναγκαία για την ανάπτυξη -ώστε να υπάρχουν κίνητρα-, σήμερα η τάση είναι να θεωρείται ότι η ανισότητα δεν μας οδήγησε απλώς στην κρίση, αλλά ταυτόχρονα εμποδίζει την ανάπτυξη.
Ακόμα και το ΔΝΤ φαίνεται ότι έχει προσχωρήσει σε αυτήν την άποψη. Ερευνα που έγινε από οικονομολόγους του Ταμείου έδειξε ότι μια μείωση της ανισότητας κατά 10% αυξάνει κατά 50% τη διάρκεια της αναπτυξιακής φάσης.

ΕΘΝΟΣ 27/1/13

Ο κακούργος πολλαπλασιαστής!



Μετά την Ιρλανδία και η Πορτογαλία βγήκε προχθές στις διεθνείς αγορές για να δανειστεί. Το έκανε μάλιστα με μεγάλη επιτυχία, με αποτέλεσμα να πέσουν τα σπρεντ και να δεχθεί προσφορές για πολύ περισσότερα χρήματα από όσα αρχικά ήθελε. Ναι, ο επιτυχημένος δανεισμός θεωρείται το πρώτο βήμα για την έξοδό της από το Μνημόνιο.
Η είδηση έχει ενδιαφέρον σε συνδυασμό με την έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα και την ομολογία του «λάθους» στον δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή που βύθισε τη χώρα στην ύφεση. Γιατί, βέβαια, προκύπτει ότι το λάθος κοστίζει τόσο ακριβά στη χώρα μας, δεν εμποδίζει ωστόσο τις άλλες χώρες του Μνημονίου να προχωρούν και να βλέπουν ήδη την έξοδο από το τούνελ.
Θα πείτε εμείς δεν κοιτάμε μπροστά, αλλά πίσω ? και πώς να δούμε την έξοδο... Ανοίξαμε, λοιπόν, ξανά συζήτηση για τα στατιστικά στοιχεία του ελλείμματος στην προ Μνημονίου εποχή. Με τη βασική μάρτυρα της υπόθεσης μάλιστα να υποστηρίζει ότι το 2009 το έλλειμμα όχι μόνο δεν έφτασε το 15,8%, αλλά ήταν μόλις 3,9%. Εδώ μιλάμε για ελληνικό... Νόμπελ των οικονομικών.
Για χάρη του οποίου, βέβαια, μπορεί να ρισκάρουμε ακόμα μία κρίση με την Ευρώπη, χωρίς το παραμικρό κέρδος για τη χώρα. Και μάλιστα για ένα θέμα που εμείς πρώτοι ανακινήσαμε, καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις ήταν εκείνες που διαδοχικά κατήγγελλαν τις προηγούμενες για αλχημείες ? χωρίς τότε, βέβαια, να ασκηθεί κάποια δίωξη.
Παραλογισμός; Σίγουρα. Αλλά και κάτι ακόμα: συνεχιζόμενη άρνηση ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας να δει την πραγματικότητα, εμμονή σε θεωρίες συνωμοσίας με ύποπτη προέλευση, απουσία και στοιχειώδους συναίνεσης, ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε.
Η απεργία στο μετρό, για παράδειγμα, ασφαλώς είναι δικαίωμα των εργαζομένων. Οπως είναι δικαίωμα όλων να διαμαρτύρονται. Των αγροτών που βγάζουν τα τρακτέρ και ζητούν αφορολόγητο εισόδημα έως τις 40.000 ευρώ (!), των κατοίκων της Κερατέας και της Φυλής για τα σκουπίδια, ακόμα και των καθηγητών ? σε συμπαράσταση αυτοί των εργαζομένων στις συγκοινωνίες, ουσιαστικά δηλαδή με πολιτικά κίνητρα.
Ποιος δεν μπορεί να καταλάβει, όμως, ότι μια δημοκρατία στην οποία οι μισοί πολίτες αρνούνται να αποδεχθούν τις αποφάσεις, δεν μπορεί να προχωρήσει. Και δεν είναι μόνο οι οικονομικές παρενέργειες. Ποιος θα έρθει να επενδύσει σε συνθήκες τόσο μεγάλης αβεβαιότητας και έντασης;
Είναι εξίσου και οι πολιτικές επιπτώσεις. Γιατί αν συνεχίσουμε έτσι, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγηθούμε σε αδιέξοδο και σε απρόβλεπτες καταστάσεις. Η αντιπολίτευση, άλλωστε, το λέει καθαρά και η παρουσία των βουλευτών της στις κινητοποιήσεις το υπογραμμίζει καθημερινά: στόχος των μαζικών κινητοποιήσεων πρέπει να είναι η ανατροπή της κυβέρνησης.
Ηταν σωστή, λοιπόν, η επίταξη; Αν τη δούμε ως μια κίνηση για να αποφευχθεί απλώς η ταλαιπωρία των πολιτών, μπορεί και όχι. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ήταν μια ενέργεια για τη διασφάλιση μιας στοιχειώδους ομαλότητας στην κοινωνική και οικονομική ζωή και μ' αυτήν την έννοια για την προστασία της δημοκρατίας.
Μια δημοκρατία που λειτουργεί με έκτακτα μέτρα. Εως πότε; Αν δεν ήταν η ευρωπαϊκή στήριξη και η διατήρηση της ευρωπαϊκής προοπτικής ως ενοποιητικό στοιχείο ενός σημαντικού μέρους της κοινωνίας, καμία κυβέρνηση δεν θα είχε αντέξει σε τέτοιες συνθήκες οιονεί εμφυλιοπολεμικής έντασης. Και τώρα πια θα είχαμε και τη δικαιολογία. Δεν φταίει το ζαβό το ριζικό μας, δεν φταίει το κεφάλι το κακό μας, φταίει ο κακούργος ο πολλαπλασιαστής!

ΕΘΝΟΣ 26/1/13

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013


Και τώρα Αλέξης... Καραμανλής!



Πριν από μερικούς μήνες ο κ. Τσίπρας σε συνέντευξή του είχε επαναλάβει τη φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι στην πολιτική υπάρχουν μερικά πράγματα που γίνονται, αλλά δεν λέγονται. Προχθές, στις ΗΠΑ, προχώρησε ένα ακόμα βήμα στην προσέγγισή του προς τον πατέρα της συντηρητικής παράταξης.
Οταν ρωτήθηκε τι υποδηλώνει το συστατικό «ριζοσπαστική» στο όνομα του ΣΥΡΙΖΑ, επισήμανε στους συνομιλητές του πως όλες οι λέξεις δεν έχουν την ίδια έννοια στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ. Και τους υπενθύμισε ότι και ο Καραμανλής είχε ιδρύσει την ΕΡΕ, την Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση. Τόσο απλά!
Δεν γνωρίζω αν και αυτό εμπίπτει στην «αυτονόητη αλλαγή ύφους» που επιβάλλει το περιβάλλον του διαλόγου - στην προκειμένη περίπτωση οι ερωτήσεις που του απηύθυναν Αμερικανοί συνομιλητές του στο Ινστιτούτο «Brookings» και οι απαντήσεις οι οποίες δεν έγιναν ευρύτερα γνωστές.
Σε άλλο σημείο, πάντως, ο κ. Τσίπρας υποσχέθηκε ότι αν σχηματίσει κυβέρνηση, τότε η Ελλάδα μέσα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και του ΝΑΤΟ θα συμβάλει όπως μπορεί στην εκτόνωση της έντασης στην περιοχή μας. Το ΝΑΤΟ, από το οποίο κατά τα άλλα στο πρόγραμμα του Ιουνίου προβλεπόταν η αποδέσμευση της χώρας! Οσο για την πολιτική συνεργασιών, ο κ. Τσίπρας, αφού αυτοανακηρύχθηκε κληρονόμος της δημοκρατικής παράταξης, εξέφρασε την πρόθεσή του να εκφράσει τη μεσαία τάξη και να συνομιλήσει με άλλες δυνάμεις του ευρύτερου δημοκρατικού και σοσιαλιστικού χώρου.
Κατά μια ειρωνεία της τύχης, την ίδια ημέρα ο στενός του συνεργάτης, κ. Ν. Βούτσης, σε συνέντευξή του μιλούσε για κυβέρνηση της Αριστεράς μαζί με το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Οχι, ο κ. Τσίπρας δεν είπε κουβέντα για συνεργασία με το Κομμουνιστικό Κόμμα στις ΗΠΑ. Αυτονόητη αλλαγή ύφους, προφανώς! Ισως το καλύτερο που είπε ο κ. Τσίπρας, ωστόσο, ήταν ότι με τους «φίλους μας και εταίρους» Γερμανούς θα πρέπει να βρούμε «από κοινού λύσεις» για τη δανειακή σύμβαση - αυτή που στην ομιλία του είπε ότι «δεν θα σκίσουμε».
Εντάξει, το γενικό συμπέρασμα που έχουν ήδη βγάλει τα μέσα ενημέρωσης -η αλλαγή εικόνας που επιχειρεί ο κ. Τσίπρας- δεν αλλάζει. Ωστόσο, όσο και αν το αρνούνται, το εύρος των αλλαγών υποδηλώνει μια προσπάθεια συνολικής επανατοποθέτησης του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο του ΠΑΣΟΚ και της σοσιαλδημοκρατίας.
Ολοι οι σχολιαστές, του γράφοντος περιλαμβανομένου, έχουν χαρακτηρίσει ως θετική αυτήν τη στροφή, καθώς, αν επιτύχει, θα επιτρέψει έναν διάλογο μεταξύ των κομμάτων σε πιο ρεαλιστική βάση. Ομως, η πολιτική δεν είναι θέατρο. Δεν αλλάζεις το έργο μόνο και μόνο επειδή δεν αρέσει στους θεατές.
Με αυτήΝ την έννοια δεν έχει μόνο σημασία το αν θα μπορέσει να επιβάλει τις αλλαγές στους κ. Λαφαζάνη και Διαμαντόπουλο. Εξίσου ή και πιο σημαντικό είναι το γιατί τις κάνει. Αν έχει καταλάβει, δηλαδή, πως η πολιτική που υπερασπιζόταν ήταν λάθος.
Γιατί ακόμα και αν συμφωνηθεί με τους Γερμανούς ένα γενναίο, τρίτο κούρεμα, όπως επιθυμούμε όλοι, για να μπορέσει να σταθεί η Ελλάδα στην Ευρωζώνη, θα πρέπει να γίνει ανταγωνιστική. Θα χρειαστούν με άλλα λόγια και η δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά και οι μεταρρυθμίσεις.
Και επί αυτών, είναι αλήθεια, μίλησε ο κ. Τσίπρας. Αναφέρθηκε μάλιστα και στο σκανδιναβικό μοντέλο, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στις ξένες επενδύσεις, στη συνεργασία δημόσιου-ιδιωτικού τομέα - όσο πιο πολύ τον άκουγα τόσο μου θύμιζε τον Παπανδρέου. Οχι τον Ανδρέα, τον Γιώργο!

ΕΘΝΟΣ 25/1/13

Το χρέος των δικαστών



Το ελληνικό δικαστικό σώμα έχει τη δική του παράδοση ανεξαρτησίας. Από τον Πολυζωίδη και τον Τερτσέτη έως τον Σαρτζετάκη, Ελληνες δικαστές και εισαγγελείς έχουν κατ' επανάληψη έρθει σε σύγκρουση με την Εκτελεστική Εξουσία υπηρετώντας τον νόμο. Και αποτελούν την καλύτερη απόδειξη γιατί αφορά όλους μας και γιατί αφορά την προστασία των δημοκρατικών μας δικαιωμάτων η αυτονομία της Δικαστικής Εξουσίας.
Με αυτή την έννοια η κριτική του κ. Δένδια για τις αποφυλακίσεις θα έπρεπε εξαρχής να μας κάνει επιφυλακτικούς. Δυστυχώς, όμως, η εικόνα που έχουν οι πολίτες για την ελληνική Δικαιοσύνη δεν είναι χωρίς προβλήματα. Και οι αποφυλακίσεις μπορεί να είναι η κορυφή μόνο του παγόβουνου.
Σε πρώτο πλάνο είναι προφανώς οι καθυστερήσεις. Και όχι μόνο στις χτυπητές περιπτώσεις, όταν ένας τρομοκράτης όπως ο Ν. Μαζιώτης αφήνεται ελεύθερος και το σκάει λόγω παρέλευσης του 18μήνου. Εξίσου προβληματικές είναι και οι καθυστερήσεις σε απλές αστικές υποθέσεις. Σε βαθμό που το ζήτημα να θεωρείται πλέον και από την τρόικα ως ένας από τους βασικούς παράγοντες που αποθαρρύνουν τις επενδύσεις.
Οταν μία μονάδα ή ένα έργο μπορεί να βγουν παράνομα πέντε και πλέον χρόνια μετά την ολοκλήρωσή τους -η υπόθεση του «Mall» είναι ένα καλό παράδειγμα- τότε βέβαια και ο επενδυτής αλλά και οι προσφεύγοντες αισθάνονται ότι αδικούνται. Και αυτά σε μια χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία δικαστών στον κόσμο!
Την καλή εικόνα του δικαστικού σώματος δεν έχουν προστατεύσει και μια σειρά από ενέργειες των τελευταίων χρόνων - άλλοτε δίκαια, άλλοτε ενδεχομένως και άδικα. Η υπόθεση των αμοιβών τους, για παράδειγμα, και των αυξήσεων που έδιναν οι ίδιοι στους μισθούς τους. Και στη συνέχεια οι απεργιακές κινητοποιήσεις παρά τη ρητή διάταξη του Συντάγματος που τις απαγορεύει.
Αλλά και στα ζητήματα ουσίας με προεξάρχον τη διαφθορά, οι πολίτες θα περίμεναν μια πιο αποτελεσματική παρέμβαση. Συχνά υπάρχει η αίσθηση ότι κάποιες κινήσεις γίνονται για το θεαθήναι ή προωθούνται υποθέσεις που έχουν άμεσα πολιτικές διαστάσεις και είναι αμφιλεγόμενες, όπως της ΕΛΣΤΑΤ. Αλλες, ωστόσο, καθυστερούν υπερβολικά - όπως του Χρηματιστηρίου, για το οποίο μόλις πρόσφατα εκδόθηκαν κάποιες δικαστικές αποφάσεις, ή της Siemens, η οποία εξακολουθεί να εκκρεμεί την ώρα που σε όλες τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου έχει τελεσιδικήσει.
Και βέβαια δεν είναι μόνο οι υποθέσεις που έρχονται στη Δικαιοσύνη. Είναι και οι έρευνες που ξεκινούν με πρωτοβουλίες εισαγγελέων, οι οποίες θα μπορούσαν να φωτίσουν πλευρές του δημόσιου βίου που οι πολιτικοί αποφεύγουν. Ακόμα και στα ζητήματα τάξης και ασφάλειας, όπου βέβαια η ολιγωρία προήλθε κυρίως από το κράτος, μια πιο οργανωμένη και συστηματική παρέμβαση θα είχε ίσως αμβλύνει την αίσθηση της ανομίας που έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια.
Ολα, λοιπόν, θα τα περιμένουμε από τους δικαστές; Φυσικά, όχι. Ούτε μπορούν ούτε είναι δουλειά τους. Και είναι στη φύση της απονομής της δικαιοσύνης να πηγαίνει συχνά αντίθετα με το λαϊκό αίσθημα - με αυτή την έννοια πάντα θα υπάρχουν αντίθετες φωνές.
Είναι φανερό, ωστόσο, ότι ιδίως τον τελευταίο καιρό -βοήθησαν σίγουρα οι περικοπές μισθών και οι κινητοποιήσεις- εκπέμπεται ένα μήνυμα άρνησης κάθε αυτοκριτικής: όλα βαίνουν καλώς και για τα όποια αρνητικά ευθύνεται η πολιτεία. Δεν είναι έτσι. Και η προστασία της αυτονομίας των δικαστών σημαίνει ότι αυτοί πρώτοι θα εντοπίσουν τα προβλήματα και θα σπεύσουν να τα αντιμετωπίσουν. Με τον ίδιο ζήλο και την ίδια αποφασιστικότητα που επέδειξαν στις πρόσφατες κινητοποιήσεις τους!

ΕΘΝΟΣ 24/1/13

Χωρίς μετρό και μέτρο;



Αυτό που συμβαίνει στο μετρό δεν είναι φυσικά μοναδικό. Σε πάρα πολλές υπηρεσίες του δημόσιου τομέα οι απεργίες γίνονται μετά πληρωμής. Και αν στο τραμ το ποσοστό της συμμετοχής ήταν ακραίο -μόλις 3,9%-, στην ΕΡΤ πριν από έναν χρόνο δεν είχε μεταδοθεί πρόγραμμα με 13 απεργούς σε σύνολο περίπου 3.500 εργαζομένων. Για να μην πάμε στα πανεπιστήμια, βέβαια, όπου όταν παλιά απεργούσαν πληρώνονταν όλοι.
Σκάνδαλο; Σίγουρα. Αλλά και άθλια συνδικαλιστική πρακτική. Με τέτοια φαινόμενα έχει καταβαραθρωθεί η αξιοπιστία του συνδικαλιστικού κινήματος και μάλιστα σε μια περίοδο που θα περίμενε κανείς το αντίθετο. Γιατί, βέβαια, και για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, άλλο η απάτη και άλλο το δίκαιο μιας κινητοποίησης - και οι εργαζόμενοι στο μετρό έχουν προφανείς λόγους να προχωρούν σε κινητοποιήσεις. Είτε κάποιος συμφωνεί είτε όχι.
Ωστόσο, το φαινόμενο των ασθενών-απεργών δεν είναι τυχαίο. Αποτελεί το σύμπτωμα ενός γενικότερου φαινομένου στον δημόσιο τομέα, όπου οι εργαζόμενοι -κυρίως διά των συνδικαλιστικών τους εκπροσώπων- θεωρούν ότι ο φορέας στον οποίο εργάζονται οιονεί τους ανήκει και οφείλει κατά κύριο λόγο να υπηρετεί τα συμφέροντά τους.
Και το δημόσιο συμφέρον; Μα αυτό, σύμφωνα με την τρέχουσα ιδεολογία, αυτονοήτως εξυπηρετείται όταν προστατεύονται τα συμφέροντα των εργαζομένων, πάντοτε φυσικά με τη διαμεσολάβηση των συνδικαλιστών που απολαμβάνουν και αυτοί το κατιτίς τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αντίληψης είναι η αντίδραση που προκαλεί κάθε προσπάθεια αξιολόγησης των στελεχών του δημόσιου τομέα - ακόμα και σε τομείς όπου η σκοπιμότητα είναι προφανής, όπως στην παιδεία και την υγεία. Με το ιδεολόγημα ότι μεταφέρονται αντιλήψεις της αγοράς και ιδιωτικοποιείται το Δημόσιο, κάποιοι διεκδικούν το ανεξέλεγκτο και μάλιστα στη διαχείριση χρημάτων των φορολογουμένων.
Το αποτέλεσμα είναι σε μια σειρά από δείκτες να είμαστε καλύτερα από τον μέσο όρο στην Ευρώπη -π.χ. γιατροί ανά κάτοικο ή καθηγητές ανά μαθητή-, αλλά οι προσφερόμενες υπηρεσίες να είναι πολύ κατώτερες και συχνά ακριβότερες. Το πώς φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση είναι αρκετά σύνθετο. Σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στις αντιλήψεις των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης, όταν η «συμμετοχή» αντιμετωπιζόταν σαν ένα είδος πανάκειας διά πάσαν νόσον.
Στον Ανδρέα Παπανδρέου αποδίδεται μια χαρακτηριστική φράση: δώσαμε το ΕΣΥ στους γιατρούς, έλεγε, και αυτοί το απήγαγαν για το δικό τους συμφέρον. Δεν είναι μόνο η ιδεολογία, όμως. Ο τρόπος που λειτουργεί το κράτος βοηθά στη δημιουργία τέτοιων καταστάσεων. Κάθε νέος υπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με το δίλημμα είτε να πάει με τα νερά των εργαζομένων και να έχει το κεφάλι του ήσυχο είτε να συγκρουστεί και να κάνει τη ζωή του δύσκολη.
Αν σΕ αυτό προστεθεί και η παρεχόμενη υπόσχεση των συνδικαλιστών για εκλογική στήριξη του πρόθυμου υπουργού μαζί με τη δυνατότητα δημιουργίας πελατειακών δικτύων -με ενεργό συμμετοχή συνδικαλιστών-, τότε είναι σαφές ποια είναι η δυναμική των πραγμάτων.
Με την κατάρρευση των αμοιβών στο Δημόσιο, βέβαια, ο κύκλος αυτής της βολικής συνύπαρξης έχει σπάσει. Και δεν προβλέπεται να αναβιώσει τα επόμενα χρόνια, όσο τα δημόσια οικονομικά υποφέρουν.
Με αυτή την έννοια η δημιουργία ενός μικρού, ευέλικτου και παραγωγικού δημόσιου τομέα παραμένει όνειρο θερινής νύχτας. Ανάμεσα στα δύο ιδεολογικά άκρα -ιδιωτικοποίηση παντού και λεφτά υπάρχουν- κανένα κόμμα δεν έχει παρουσιάσει μια σοβαρή πρόταση εξυγίανσης.

ΕΘΝΟΣ 23/1/13

Κι αν έχει δίκιο το ΔΝΤ;



Εχει περάσει σχεδόν στην πολιτική μας προϊστορία. Κι όμως ακριβώς 20 χρόνια πριν, το 1993, η Ελλάδα είχε αντιμετωπίσει ανάλογη πρόκληση με αυτήν που αντιμετωπίζει σήμερα. Βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τη χρεοκοπία, έχοντας περάσει τρία χρόνια καταστροφικής διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Κι όμως τα κατάφερε μια χαρά και μέσα από το «πρόγραμμα σύγκλισης», όπως λεγόταν, έβαλε τις βάσεις για την ένταξη στο ευρώ. Το πάθημα όμως δεν έγινε μάθημα.
Και τότε όπως και σήμερα στο οικονομικό επιτελείο -με άλλη ιδιότητα φυσικά- συμμετείχε ο κ. Γ. Στουρνάρας. Ο οποίος αποτιμώντας την εμπειρία της εποχής είχε επισημάνει τον κρίσιμο ρόλο που είχε παίξει η αύξηση των φορολογικών εσόδων με τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Χάρη στην αύξηση των άμεσων φόρων και σε μια περίοδο υψηλού πληθωρισμού, η κυβέρνηση είχε καταφέρει να περιορίσει τις αυξήσεις στις τιμές ρίχνοντας ορισμένους έμμεσους φόρους και να μειώσει το κρατικό έλλειμμα. Κι αυτό παρά την υποτίμηση, τότε, της δραχμής.
Ηταν τέτοια η επιτυχία που στην Ευρώπη μιλούσαν για σταθεροποίηση χωρίς πόνο. Κατά μια έννοια αυτό είναι και το ζητούμενο σήμερα. Η κυβέρνηση αναζητά το στοιχείο εκείνο που θα μπορούσε να πυροδοτήσει έναν «ενάρετο κύκλο» μείωσης των τιμών και ανακοπής της ύφεσης. Ο περιορισμός της φοροδιαφυγής είναι βασική παράμετρος της λύσης.
Κατ' αρχάς γιατί θα αποφευχθούν νέες μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις. Παράλληλα η ενίσχυση των φορολογικών εσόδων θα μπορούσε να επιτρέψει τη μείωση κάποιων συντελεστών στον ΦΠΑ -π.χ. στην εστίαση- με θετικές επιπτώσεις και στις τιμές αλλά και στα πραγματικά εισοδήματα.
Κυρίως όμως γιατί θα δημιουργήσει συνθήκες φορολογικής δικαιοσύνης. Και ιδίως στις σημερινές συνθήκες η φορολογική δικαιοσύνη αποτελεί παράγοντα ανάπτυξης. Κάθε ευρώ που πηγαίνει στους οικονομικά αδύνατους μετατρέπεται σε ζήτηση, ενώ αντιθέτως η φοροδιαφυγή τροφοδοτεί σε μεγάλο βαθμό τη διαρροή καταθέσεων στο εξωτερικό.
Χρειαζόταν να μας το πει το ΔΝΤ για να το καταλάβουμε; Οχι βέβαια. Τρία χρόνια τώρα ωστόσο αντιμετωπίζουμε το Μνημόνιο σαν μια λίστα του μπακάλη, που την εκτελούμε παθητικά για να εξασφαλίσουμε την επόμενη δόση.
Είναι ασφαλώς καιρός να αποκτήσουμε το δικό μας σχέδιο, με τις δικές μας προτεραιότητες - με δυο λόγια να χαράξουμε μια ολοκληρωμένη οικονομική πολιτική πέρα από τον αυτόματο πιλότο της τρόικας, που δυστυχώς ούτε αυτόματος είναι ούτε πιλότος.
Τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή τις δηλώσεις του κ. Α. Λοβέρδου, έχει ξεκινήσει και πάλι μια συζήτηση για την εμπλοκή του ΔΝΤ στην ελληνική κρίση. Σε ό,τι αφορά την ιστορία, οι αναφορές του ιδρυτή της «ΡΙΚΣΣΥ» ξέρουμε ότι δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Οχι μόνο δεν υπήρξε «σχέδιο», αλλά αντιθέτως η έλλειψη σχεδίου μάς οδήγησε σε αδιέξοδο.
Οπως επίσης γνωρίζουμε ότι οι Γερμανοί, οι οποίοι κυρίως επέμειναν για την εμπλοκή του ΔΝΤ, ήταν και εκείνοι που επέμειναν για τη μείωση του ελλείμματος σε μία τριετία επιβάλλοντας έτσι μια τόσο σκληρή λιτότητα. Ο «κακός» της ιστορίας ήταν αυτός που έβαζε τα λεφτά, δηλαδή η Ευρώπη.
Αυτά ωστόσο δεν έχουν και τόση σημασία. Γιατί αν θέλουμε πραγματικά να απαλλαγούμε από τις συνταγές του ΔΝΤ, τότε βέβαια θα πρέπει να έχουμε το δικό μας σχέδιο για να τις αντικαταστήσουμε. Και παραδόξως, κατεξοχήν το ΔΝΤ φαίνεται να μας πιέζει να πάρουμε τις αποφάσεις μας!

ΕΘΝΟΣ 22/1/13

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013


Πολεμώντας τον λαϊκισμό...



Πώς πρέπει να αντιδράσει ένας πολιτικός όταν ακούει τον κατά τα άλλα «δεν μας το επιτρέπει ο πολιτισμός μας» να κραυγάζει μέσα στη Βουλή «τι μιλάς εσύ μωρή, πάλι πιωμένη είσαι»;
Πώς πρέπει να αντιδράσει ένας πολιτικός ή ακόμα και ο δημοσιογράφος, όταν ακούει τον «πρόεδρο» να αποκαλεί τον πρωθυπουργό «Τσολάκογλου» και την κυβέρνηση «κατοχική»; Πώς πρέπει να αντιδρούμε όλοι μας αντιμέτωποι με τα ψέματα, τις φαντασιώσεις, τις μισές αλήθειες και τις ακραίες ιδεολογικές μπαλαφάρες που τα τελευταία χρόνια -εξαιτίας και της κρίσης χωρίς αμφιβολία- τείνουν να υποκαταστήσουν τον πολιτικό διάλογο; Πόσω μάλλον όταν περνάνε περίπου ως κοινός τόπος σε μια όχι αμελητέα μερίδα του πληθυσμού;
Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση. Ο πειρασμός να γυρίσεις την πλάτη, να αρνηθείς να μπεις σε διάλογο είναι μεγάλος. Αλλωστε ένας τέτοιος διάλογος είναι μάταιος: δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε θέσεις που στηρίζονται σε μια λογική επεξεργασία, αλλά θέσεις που αναπαράγουν προκαταλήψεις και υποδαυλίζουν τον φόβο και το μίσος.
Παραδόξως, όμως, γυρνώντας την πλάτη στους εμπόρους της μισαλλοδοξίας, παίζεις το παιχνίδι τους. Γιατί ακριβώς αυτό επιχειρούν να περάσουν. Εναν κόσμο που χωρίζεται σε «εμάς» και «αυτούς», στον γνήσιο λαό και το κατεστημένο, στους καλούς και τους κακούς. Εναν κόσμο σε δύο μόνο χρώματα: το μαύρο και το άσπρο.
Πρόκειται φυσικά για μια τελείως απολιτική προσέγγιση. Αρκεί να φύγουν οι κακοί, να τιμωρηθούν οι προδότες με «αμεσοδημοκρατικές» διαδικασίες κι όλα θα φτιάξουν. Και βέβαια πρόκειται για μια συντηρητική προσέγγιση. Η αλλαγή δεν προϋποθέτει μεταρρυθμίσεις, αρκεί να φύγουν οι κλέφτες.
Το επεσήμανε πολύ ωραία η κ. Παπαρήγα στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή, απευθυνόμενη στον ΣΥΡΙΖΑ που φλερτάρει πολύ με τέτοιες απόψεις, την «κλεπτοκρατία» όπως είναι της μόδας να ονομάζεται. Αν όμως δεν έχει νόημα να μπεις σε διάλογο με όσους πολιτικούς διακινούν τέτοιες απόψεις και ταυτόχρονα αγνοώντας τους παίζεις το παιχνίδι τους, τότε ποια είναι η λύση;
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό. Είναι κοινό για πολλές χώρες της Ευρώπης όπου τέτοια κόμματα εμφανίζουν άνοδο - από τον Γκερτ Βίλντερς στην Ολλανδία έως το κόμμα των «Αληθινών Φινλανδών». Και οι περισσότεροι συμφωνούν στην ανάγκη να απευθυνθεί κανείς απευθείας στους οπαδούς τους και να αντιμετωπίσει τα πραγματικά προβλήματα πάνω στα οποία στηρίζεται η άνοδός τους. Οχι για να υιοθετήσεις τις θέσεις τους ούτε για να συζητήσεις μαζί τους, αλλά για να δώσεις λύσεις. Δεν είναι καθόλου εύκολο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το μεταναστευτικό, όπου η σημερινή κυβέρνηση επιχειρεί να ισορροπήσει στη γραμμή της νομιμότητας. Βρίσκεται έτσι μεταξύ δύο πυρών, από την Αριστερά για ανοχή στη ρατσιστική βία και από την ακροδεξιά για αδυναμία να επιβάλει την τάξη. Κρίσιμο ζήτημα βέβαια, τουλάχιστον για την Ελλάδα, είναι η αντιμετώπιση της διαφθοράς ιδίως στο κυβερνητικό επίπεδο, πάνω στην οποία έχει χτιστεί εδώ και πολλά χρόνια η απαξίωση της πολιτικής. Η κοινοβουλευτική «νίκη» της Πέμπτης θα αποδειχθεί πύρρεια, αν δεν υπάρξουν άμεσα πρωτοβουλίες που θα πείσουν τους πολίτες ότι κάτι αλλάζει.
Το μείζον ωστόσο είναι η οικονομία και η ανεργία. Το 2013 μοιάζει να είναι η «τελευταία ευκαιρία», όπως είχε πει παλιότερα ο κ. Γ. Στουρνάρας για να σταματήσει η ύφεση και να αποφύγουμε μια ανεξέλεγκτη κοινωνική και πολιτική έκρηξη. Οι πολιτικοί αρχηγοί το γνωρίζουν καλά. Το ερώτημα ωστόσο δεν είναι πια αν θέλουν, αλλά αν μπορούν. Ή αν η Ελλάδα θα γίνει η νέα Βαϊμάρη της γερμανικής πολιτικής στην Ευρώπη!

ΕΘΝΟΣ 21/1/13

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013


Το τρίπτυχο του Σαμαρά



Θα μπορούσε να προσάψει κανείς πολλά στην κυβέρνηση Σαμαρά. Για παράδειγμα ότι η επιτυχία της δόσης «μαμούθ» των 52 δισ. έγινε στην πραγματικότητα θρίλερ εξαιτίας των δικών της καθυστερήσεων. Ολα όσα άλλωστε εμφάνισε ως επιτυχία δεν ήταν παρά η εφαρμογή των προβλέψεων του δεύτερου Μνημονίου με βάση το οποίο η Ελλάδα τότε πήρε 74 δισεκατομμύρια ευρώ.
Κι αν αυτά ακούγονται λίγο μίζερα, ούτε οι ίδιοι οι υπουργοί της κυβέρνησης δεν αρνούνται ότι πρόκειται για ένα σχήμα πολλών ταχυτήτων, με πολλά στελέχη της να πολιτεύονται χωρίς την παραμικρή μεταρρυθμιστική διάθεση - αντίθετα επιδίδονται σε κινήσεις παλαιοκομματικού και πελατειακού τύπου. Μένοντας ωστόσο σε μια τέτοια κριτική θα κινδύνευε να μείνει στα δέντρα και να χάσει το δάσος.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων: αυτού του τύπου οι πρακτικές μπορούν πράγματι να εκτροχιάσουν την κυβέρνηση ιδιαίτερα αν οι εξελίξεις στην οικονομία αποδειχθούν λιγότερο ευνοϊκές από τις προσδοκίες. Ωστόσο, σήμερα και σε αντίθεση με τα υπόλοιπα κόμματα η κυβέρνηση δείχνει να ακολουθεί μια συγκεκριμένη στρατηγική. Η οποία μάλιστα αν κρίνουμε από τις δημοσκοπήσεις φαίνεται να αποδίδει και η ΝΔ να διατηρεί την πρώτη θέση παρά τα σκληρά μέτρα που έχει πάρει. Η στρατηγική αυτή δείχνει να έχει δύο πρόσθετα στοιχεία σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Το πρώτο είναι το «νόμος και τάξη» ή καλύτερα το «τέλος στην ανομία» που είδαμε να ξεδιπλώνεται με ιδιαίτερα έντονο τρόπο το τελευταίο διάστημα. Αποδείχθηκε το ιδανικό σενάριο καθώς αποδυναμώνει τον ΣΥΡΙΖΑ, τον ταυτίζει με περιθωριακές δυνάμεις και ταυτόχρονα ικανοποιεί το παραδοσιακό δεξιό ακροατήριο της ΝΔ. Εχει όμως απήχηση και σε μεταρρυθμιστικές δυνάμεις που έχουν απαυδήσει με τα κρούσματα βίας για παράδειγμα στο πανεπιστήμιο. Η στροφή 180 μοιρών του κ.Τσίπρα -είμαστε κι εμείς νοικοκυραίοι- αποδεικνύει την επιτυχία της προσπάθειας και βέβαια εκθέτει ακόμα πιο πολύ την Αριστερά.
Το δεύτερο στοιχείο έχει να κάνει με την εξωτερική πολιτική και την πρόθεση να υιοθετήσει η Ελλάδα μια πιο δυναμική στάση στα ζητήματα της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας. Οπως υποστηρίζουν στην κυβέρνηση, η ανάγκη αυτή προκύπτει από τις μονομερείς ενέργειες της Αγκυρας, που επιχειρεί να δημιουργήσει τετελεσμένα εκχωρώντας άδειες για πετρέλαιο σε τμήματα που εμείς θεωρούμε ότι ανήκουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Θα πρέπει κατά συνέπεια να υπάρξει ελληνική απάντηση κι όπως λένε ίσως αποδειχθεί προτιμότερο «να πάρουμε ένα ρίσκο σήμερα από το να υποχρεωθούμε να πάρουμε ένα μεγαλύτερο ρίσκο αύριο».
Οι πρωτοβουλίες ωστόσο έχουν και μια σαφή εσωτερική διάσταση. Η κυβέρνηση έχει την πρόθεση να κινητοποιήσει ένα «πατριωτικό μέτωπο» που θα της επιτρέψει μαζί με τα ζητήματα ασφάλειας να ξεφύγει από έναν μονοσήμαντο δημόσιο διάλογο που θα αρχίζει και θα τελειώνει στα μέτρα για την οικονομία - μέτρα που έχουν αναγκαστικά πολιτικό κόστος.
Στη Νέα Δημοκρατία θεωρούν ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο τη δημιουργία ενός τέτοιου μετώπου ως ένα είδος πολιτικού αναχώματος. Και υποστηρίζουν πως αν δεν αναληφθεί μια τέτοια πρωτοβουλία, τότε υπάρχει ο κίνδυνος η πολιτική της κυβέρνησης να βρεθεί χωρίς στήριξη στην κοινωνία καθώς στα πλαίσια του Μνημονίου δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα παροχών.
Ολοι βέβαια αναγνωρίζουν ότι σε τελευταία ανάλυση η επιτυχία της κυβέρνησης θα κριθεί στην οικονομία. Η κατεύθυνση του Μαξίμου είναι σαφής: αταλάντευτη στήριξη της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, εμμονή στη συνεργασία με ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, αποφυγή πρόωρων εκλογών. Αυτό το μεταρρυθμιστικό μέτωπο μπορεί να αποτελέσει και τη βάση της διεύρυνσης της ΝΔ στις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις του μεσαίου χώρου που αποτελούν και το μήλον της έριδος για όλα τα κόμματα.
Η ελπίδα βέβαια είναι ότι οι συνθήκες στην οικονομία θα βελτιωθούν και ότι η επιλογή της ΝΔ να μιλά για τη «μεσαία τάξη» θα μπορέσει να υπηρετηθεί και με συγκεκριμένα μέτρα ελάφρυνσης τόσο σε σχέση με τους φόρους και τον ΦΠΑ όσο και με την ενίσχυση των εισοδημάτων συγκεκριμένων κατηγοριών που έχουν πληγεί.
Ταυτόχρονα βέβαια η βελτίωση στην οικονομία με την επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης θα ενισχύσει την κυβερνητική αξιοπιστία και θα ανακόψει κι άλλο τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται στην πεποίθηση πολλών ότι η σημερινή πολιτική δεν οδηγεί σε έξοδο από το τούνελ.
Νόμος και τάξη, πατριωτικό μέτωπο και μεταρρυθμίσεις είναι το τρίπτυχο πάνω στο οποίο φαίνεται ότι θα στηριχθεί η κυβέρνηση για τις επόμενες εκλογές. Ενα τρίπτυχο το οποίο θεωρεί ότι και θα ενισχύσει τη φυσιογνωμία της αλλά και θα της επιτρέψει, αν το επιβάλουν οι συνθήκες, να ανανεώσει τη συνεργασία με τους σημερινούς της εταίρους!
Οι φόβοι Βενιζέλου και Κουβέλη
Εξι μήνες μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησης, η πολιτική του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ χαρακτηρίζεται μάλλον από αμηχανία. Με σποραδικές πρωτοβουλίες επιχειρούν να προβάλουν ένα πιο φιλολαϊκό χαρακτήρα, στην πραγματικότητα ωστόσο τόσο ο κ. Βενιζέλος όσο και ο κ. Κουβέλης γνωρίζουν ότι αντιμετωπίζουν έναν διπλό κίνδυνο: να χρεωθούν το κόστος της στήριξης των σκληρών μέτρων χωρίς παράλληλα να ωφεληθούν από μια πιθανή επιτυχία σταθεροποίησης της οικονομίας.
Και το μεν ΠΑΣΟΚ προσπαθεί ακόμα να συνέλθει από τη βαριά ήττα, τις εσωκομματικές αντιπαραθέσεις και τη θύελλα που έχει προκαλέσει η λίστα Λαγκάρντ. Ετσι και τουλάχιστον ως το συνέδριο κάθε έννοια στρατηγικού σχεδιασμού απουσιάζει. Από την πλευρά της η ΔΗΜΑΡ θα επιχειρήσει να κάνει μια πιο οργανωμένη παρέμβαση σε κοινωνικά θέματα με κορυφαίο την ανεργία. Ψηλά στην ατζέντα ωστόσο φαίνεται ότι θα ξαναμπεί το ζήτημα της ενότητας της Κεντροαριστεράς με στόχο τη δημιουργία ενός σχήματος όπως η ΕΛΙΑ στην Ιταλία.
Ολοι ωστόσο αναγνωρίζουν τις δυσκολίες του εγχειρήματος, καθώς θα πρέπει να διευθετηθούν οι προσωπικές φιλοδοξίες που τόσο ανθούν στον χώρο!

ΕΘΝΟΣ 20/1/13

Τσίπρας: χαμένος στη διαδικασία



Μετά τη χθεσινή ψηφοφορία είμαι πια βέβαιος ότι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετία». Με αυτό τον σχεδόν θριαμβευτικό τόνο υποδέχθηκαν ορισμένοι βουλευτές τα αποτελέσματα της συζήτησης στη Βουλή για την παραπομπή του κ. Γ. Παπακωνσταντίνου. Κι είναι αλήθεια ότι έχουν κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένοι.
Πρώτον γιατί διαψεύστηκαν οι ανησυχίες περί διαρροών. Στην κρίσιμη κάλπη για τον κ. Βενιζέλο ψήφισαν όλοι οι βουλευτές και των τριών κομμάτων της συμπολίτευσης χωρίς το παραμικρό παρατράγουδο.
Δεύτερον γιατί η συζήτηση εξελίχθηκε πολύ καλύτερα από ό,τι ίσως περίμεναν, με την αξιωματική αντιπολίτευση να παρασύρεται από τον Καμμένο και τη Χρυσή Αυγή και να εξαντλείται σε μια γενική καταγγελία της κυβερνητικής πολιτικής, χωρίς σε καμιά περίπτωση να τεκμηριώσει τα περί ποινικών ευθυνών του κ. Βενιζέλου.
Ακόμα χειρότερα, φάνηκε να επιδιώκει συνειδητά και να συντηρεί μια τεχνητή ένταση επιμένοντας σε ακατανόητες διαδικαστικές ενστάσεις. Η κίνηση του κ. Βενιζέλου, έστω και καθυστερημένα, να αποδεχθεί και το ΠΑΣΟΚ τις τέσσερις κάλπες εκτόνωσε αρχικά το κλίμα. Ετσι η εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ, το βράδυ που εντόπισε συνωμοσία πίσω από τα ψηφοδέλτια, μάλλον ενίσχυσε την αίσθηση αμηχανίας που ανέδιδε η στάση του.
Αντιστοίχως ικανοποιημένος εμφανίζεται και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευ. Βενιζέλος. Για όλους τους παραπάνω λόγους αλλά και για έναν επιπλέον: στην προσωπική του αντιπαράθεση με τον κ. Τσίπρα είχε εμφανώς το πάνω χέρι. Ιδίως επειδή ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μιλώντας γενικώς περί «κλεπτοκρατίας» και από γραπτό κείμενο, άφησε αναπάντητες τις συγκεκριμένες κατηγορίες που του απηύθυνε ο κ. Βενιζέλος.
Σε όλους όσοι παρακολουθούσαν τη συζήτηση μάλιστα έκανε ξεχωριστή εντύπωση το ότι ο κ. Τσίπρας επέλεξε να μην απαντήσει και να αφήσει ακάλυπτους τους στενούς συνεργάτες του, τους οποίους κατηγόρησε ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ ότι διακινούσαν ψευδείς και συκοφαντικές πληροφορίες σε βάρος του.
Η εμφάνιση του κ. Βενιζέλου στη Βουλή ωστόσο, σε συνδυασμό με την τουλάχιστον υποτονική παρουσία όλων των υπόλοιπων βουλευτών, οδήγησε και σε ορισμένες άλλες αναγνώσεις.
Πρώτον ότι σήμερα το ΠΑΣΟΚ και κατ' επέκταση η σταθερότητα της κυβέρνησης εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον ίδιο τον κ. Βενιζέλο. Χωρίς αυτόν είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν η Κοινοβουλευτική του Ομάδα θα μπορούσε να σταθεί στη Βουλή και να παραμείνει ενωμένη. Πολύ απλά έχει μείνει από στελέχη.
Δεύτερον η τόσο μεγάλη εξάρτηση του ΠΑΣΟΚ από τον κ. Βενιζέλο, που κουβαλά συμβολικά έστω τις αμαρτίες του παρελθόντος, μπορεί να αποδειχθεί δίκοπο μαχαίρι. Ιδίως καθώς και με δική του ευθύνη δεν αναλαμβάνονται ουσιαστικές πρωτοβουλίες συσπείρωσης και ανασύνταξης του χώρου. Οσο για τον κ. Τσίπρα, ο οποίος κατά τον «Economist» επιχειρεί να γίνει πολιτικός του «κατεστημένου», η προχθεσινή εμπειρία και τα αλλεπάλληλα λάθη του ΣΥΡΙΖΑ στα ζητήματα της βίας θα του έδειξαν ασφαλώς πόσο δρόμο έχει να διανύσει, αν θέλει το κόμμα του να μπορέσει να διεκδικήσει την εξουσία. Και πόσο βαθιές τομές θα χρειαστεί να κάνει -αν μπορεί- για να απαλλαγεί ο ΣΥΡΙΖΑ από τις παιδικές ασθένειες.
Από την προχθεσινή συζήτηση ωστόσο θα πρέπει να μας μείνει και ένα ακόμα στοιχείο. Η αήθης επίθεση Κασιδιάρη στην κ. Φωτεινή Πιπιλή. Και η παντελής απουσία αντίδρασης τόσο από το προεδρείο όσο και από τα κόμματα ή τους άλλους βουλευτές. Αν στην κοινωνία η απάντηση στους νεοναζί είναι η εφαρμογή του νόμου, στη Βουλή είναι η εφαρμογή του κανονισμού. Και η αποβολή όσων τραμπουκίζουν.

ΕΘΝΟΣ 19/1/13

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013


Παραπομπή ή λάσπη στο μίξερ;



Δεν περιμέναμε πολύ διαφορετικά πράγματα χθες από τη Βουλή. Παρά τη βραδινή εμπλοκή, τα όσα παρακολουθήσαμε ήταν λίγο - πολύ αναμενόμενα κι όλα δείχνουν ότι περνάμε στο επόμενο κεφάλαιο του δράματος, την Προανακριτική Επιτροπή, όπου για κάποιους ακόμα μήνες θα αναζητούμε τον διαφθορέα των ηλεκτρονικών αρχείων.
Υπάρχει η τάση στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ να υποτιμούν το θέμα, να εκφράζουν δυσφορία γιατί την ώρα που έχουμε μπροστά μας τόσο σοβαρά προβλήματα, το ενδιαφέρον των κομμάτων και των μέσων ενημέρωσης επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά στη λίστα Λαγκάρντ ? παρωνυχίδα μπροστά στα μέτρα που έχουν ληφθεί. Είναι κι έτσι. Δεν αποφύγαμε την υπερβολή. Το ζήτημα ωστόσο είναι πολύ σοβαρό και το πλήγμα στο πολιτικό μας σύστημα εξίσου. Μέρος της αντιμετώπισης της κρίσης είναι και η προστασία του αισθήματος δικαιοσύνης των πολιτών. Κι αυτό προσβλήθηκε βάναυσα. Ακόμα κι αν δεν υπάρξουν ποινικές ευθύνες, οι πολιτικές ευθύνες είναι υπαρκτές και είναι βαριές. Και απαιτούν κι αυτές τη δική τους κάθαρση.
Μπόρεσε να σταθεί η Βουλή στο ύψος που απαιτούν οι περιστάσεις; Φυσικά όχι. Ολες οι ομιλίες ήταν κομματικά κατευθυνόμενες ? η έννοια ότι το σώμα λειτουργεί ως οιονεί εισαγγελέας με ψυχραιμία, αμεροληψία και αντικειμενικότητα ούτε ως ανέκδοτο δεν στέκει. Ενας ακόμα λόγος για να καταργηθεί ο νόμος περί ευθύνης υπουργών. Ακόμα και αν νομικά οι θέσεις της συμπολίτευσης ήταν ισχυρές ?και ήταν? είναι αδύνατον να πειστούν οι διαφωνούντες ότι δεν πρυτάνευσε η πολιτική σκοπιμότητα, η ανάγκη να διαφυλαχθεί η κυβερνητική ενότητα. Οπως φυσικά το ίδιο ισχύει και για την αντιπολίτευση που ανεβάζει τους τόνους και προσθέτει κατά βούληση υπόπτους για να αποκομίσει πολιτικά οφέλη.
Από εκεί και πέρα ασφαλώς ξεχώρισαν ?αρνητικά? ορισμένες ομιλίες, από τις οποίες φάνηκε ότι ένας μεγάλος αριθμός βουλευτών ούτε να καταλάβει δεν μπόρεσε τη διάκριση πολιτικής και ποινικής ευθύνης.
Κάποιοι άθελά τους ? όπως ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ που για να στηρίξει την παραπομπή αναρωτήθηκε τι έννοια έχει να επισημαίνουμε πολιτικές ευθύνες αν δεν υπάρχουν συνέπειες. Κάποιοι άλλοι συνειδητά μιλώντας για πολιτική διαδικασία και ανακατεύοντας ό,τι τραβούσε η ψυχή τους: από το Μνημόνιο και την υποταγή στους τραπεζίτες έως τη Μαργαρίτα Παπανδρέου και τον Ροκφέλερ! Η γνωστή συνταγή της λάσπης στο μίξερ.
Για όσους ωστόσο δεν θέλουν να μπουν σε μια τέτοια παραταξιακή προσέγγιση, το μείζον που προέκυψε και χθες από τη Βουλή είναι ο απόλυτος διχασμός που ακόμα και στα αυτονόητα δεν επιτρέπει τον παραμικρό διάλογο. Είχαμε πολιτικούς αντιπάλους, είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βενιζέλος, και τώρα βλέπω εχθρούς. Ορισμένοι περιφέρουν ως να ήταν παράσημα την τάδε ή τη δείνα τροπολογία άλλου κόμματος που στήριξε το δικό τους κόμμα, για να παραστήσουν ότι ενδιαφέρονται μόνο για το καλό της χώρας.
Πρόκειται φυσικά για ψευδή εικόνα. Εχουμε μια Βουλή που οι μισοί θεωρούν τους άλλους μισούς προδότες. Και αντιστρόφως οι άλλοι μισοί θεωρούν ότι βρίσκονται αντιμέτωποι με αδίστακτους δημαγωγούς.
Η κυβέρνηση κατηγορείται, όχι πάντα άδικα, για κατάχρηση των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου που στερούν υποτίθεται από τους βουλευτές τη δυνατότητα να συζητήσουν διεξοδικά τα θέματα στη Βουλή. Και καμώνονται πως δεν βλέπουν ότι τη δυνατότητα ουσιαστικού διαλόγου την έχουν καταστρέψει προ πολλού τα ίδια τα κόμματα.
Το ακόμα χειρότερο είναι ότι αυτήν τη δυνατότητα την έχουμε χάσει σε μεγάλο βαθμό και ως κοινωνία.

ΕΘΝΟΣ 18/1/13

Φορολογική δικαιοσύνη...



Δεν ξέρω αν για το υπουργείο Oικονομικών το περιουσιολόγιο αποτελεί υπόσχεση εκσυγχρονισμού, απειλή ή απλώς είναι λόγια του αέρα. Εως ότου γίνει ωστόσο, θα είμαστε διαρκώς μπλεγμένοι σε μια συζήτηση για το τι αποτελεί δίκαιο φόρο και τι όχι.
Για παράδειγμα, ο περίφημος φόρος πολυτελούς διαβίωσης που θα κληθούν κατά τα φαινόμενα να πληρώσουν τελικώς μόνο οι κάτοχοι αυτοκινήτων μεγάλου κυβισμού. Δικαίως νιώθουν παγιδευμένοι: το ίδιο το κράτος που σήμερα τους φορολογεί, τους έδινε κίνητρα και καταργούσε τα τεκμήρια για να τα προμηθευτούν. Και βέβαια με τις συνθήκες στην αγορά ούτε μπορούν να τα πουλήσουν. Δυστυχώς αυτό δεν σημαίνει ότι ο φόρος είναι κατ' ανάγκην άδικος. Το αντίθετο. Απλώς μέσα στo πλαίσιo της κυβερνητικής τσαπατσουλιάς των παλινωδιών και της δημαγωγίας έχουμε μπει σε μια συζήτηση περί «σκαφάτων» και άλλων αντικοινωνικών στοιχείων, που διεξάγεται μόνο για τις εντυπώσεις.
Να ξεκινήσουμε λοιπόν από την ουσία. Η κρίση της οικονομίας είναι τέτοια, που τις συνέπειές της δεν μπορούν να τις σηκώσουν άλλο οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Είναι κατά συνέπεια αναγκαίο να φορολογηθεί και ο συσσωρευμένος πλούτος, ώστε -και έως ότου;- να βγούμε από το αδιέξοδο.
Δεν είναι απλό. Οι πραγματικά πλούσιοι έχουν τρόπους να αποφεύγουν τους φόρους ή να βγάλουν την περιουσία τους έξω. Ετσι το βάρος μιας τέτοιας πολιτικής θα το σηκώσουν κυρίως όσοι ανήκουν στη μεσαία τάξη και κατεξοχήν οι έντιμοι φορολογούμενοι που ουσιαστικά θα φορολογηθούν διπλά.
Εστω κι έτσι όμως, στις έκτακτες συνθήκες που περνάμε, είναι αναγκαίο. Το ίδιο έγινε στη Γερμανία μετά τον πόλεμο, το ίδιο θα χρειαστεί να γίνει και στην Ελλάδα. Μια ανακατανομή του πλούτου για να αποφύγουμε τις πολύ χειρότερες καταστάσεις που θα επιφέρει μια κοινωνική έκρηξη.
Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο με δίκαιο τρόπο, προϋπόθεση είναι να καταγραφεί ο πλούτος - όλος και χωρίς εξαιρέσεις. Να γίνει δηλαδή το περιουσιολόγιο και επί της περιουσίας να μπει ένας φόρος. Με διαφανή τρόπο και για όλους.
Γιατί βέβαια τα περί «πολυτελούς διαβίωσης» εκτός από παράλογα, ενίοτε είναι και κωμικά. Γιατί διαβιοί πολυτελώς ο λάτρης της θάλασσας που αγόρασε για παράδειγμα ένα φουσκωτό 60.000 ευρώ για να κάνει διακοπές με τα παιδιά του στο Αιγαίο και δεν διαβιοί πολυτελώς ο ιδιοκτήτης εξοχικού πολλαπλάσιας αξίας και μεγαλύτερου κόστους συντήρησης;
Και μια και μιλάμε για σκάφη και εξοχικά, το υπουργείο Οικονομικών ασφαλώς γνωρίζει την καινούργια μαύρη αγορά που ανθεί με τις «παράνομες» ενοικιάσεις εξοχικών είτε μέσω γραφείων είτε απευθείας μέσω Ιντερνετ.
Μόνο που για την παρανομία φταίει ο νόμος και όχι οι ιδιοκτήτες. Στην Ελλάδα, βλέπετε, για να νοικιάσει κανείς ένα ή δύο μήνες το εξοχικό του σε τουρίστες, πρέπει να ιδρύσει τουριστική επιχείρηση. Ετσι είτε όλα γίνονται μαύρα, με προφανή ζημιά για το κράτος σε συνεργασία συχνά με εταιρείες που έχουν έδρα εκτός Ελλάδος.
Θα έπρεπε φυσικά να ισχύει το αντίθετο. Να προβλέπονται δηλαδή τρόποι να μπορεί νόμιμα ένας ιδιώτης να αξιοποιήσει την περιουσία του ...είτε σπίτι είναι αυτό είτε σκάφος, ενδεχομένως ακόμα και αυτοκίνητο- ιδίως σήμερα που πολλοί ιδιοκτήτες έχουν μείνει άνεργοι.
Πόσοι και πόσοι Ελληνες άλλωστε δεν σπούδασαν στο εξωτερικό νοικιάζοντας ένα δωμάτιο στο σπίτι μιας οικογένειας - χωρίς το σπίτι να πρέπει να γίνει πανσιόν!
Εδώ κάποιοι έχουν συμφέρον να συντηρούν τη γραφειοκρατία και τον παραλογισμό. Και για μία ακόμα φορά συζητάμε για τα δέντρα και χάνουμε το δάσος!

ΕΘΝΟΣ 17/1/13

Ο επίμονος προβοκάτορας



Πριν από μερικά χρόνια, στους τοίχους των Εξαρχείων έβλεπε κανείς συχνά το σύνθημα «Οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη». Φυσικά δεν ήταν αλήθεια. Εστω και στην υπερβολή του ωστόσο ξέρουμε ότι στηριζόταν σε κάποια πραγματικά περιστατικά, που ακόμα και σήμερα έρχονται στο φως της δημοσιότητας. Παραδόξως δεν θα δείτε πουθενά «Οι μπάτσοι πετάνε τις μολότοφ».
Δεν είναι τυχαίο. Οποιος παρακολουθεί λίγο τις διεργασίες στον λεγόμενο αντιεξουσιαστικό χώρο γνωρίζει ότι τέτοιο θέμα δεν υφίσταται. Μπορεί να διαφωνούν κάποιοι με συγκεκριμένες ενέργειες, ακόμα και να θεωρούν ότι κάνουν κακό στην υπόθεσή τους, αναγνωρίζουν ωστόσο ότι προέρχονται μέσα από τον χώρο τους, όπου συνυπάρχουν πολλές απόψεις για τις «μεθόδους πάλης».
Σε αυτόΝ τον χώρο μία από τις χειρότερες κατηγορίες είναι να παρομοιαστεί μια άποψη με του ΚΚΕ, που βαφτίζει «το αντάρτικο πόλης και τη βία προβοκάτσια».
Αυτά στους αντιεξουσιαστές. Γιατί στην επίσημη Αριστερά -έως έναν βαθμό και στους Ανεξάρτητους Ελληνες πλέον- η εμμονή με τους προβοκάτορες και τους παρακρατικούς μηχανισμούς συνεχίζεται αδιαλείπτως από τη μεταπολίτευση. Και κατ' εξακολούθηση διαψεύδεται από τα πράγματα.
Μετά την προχθεσινή επίθεση μάλιστα ο κ. Γλέζος μίλησε για «φίλιους» προς τη Νέα Δημοκρατία μηχανισμούς, ενώ μία ημέρα νωρίτερα ο πρόεδρος της Αυγής έφτασε να προβλέψει «νέο Ράιχσταγκ» που θα στήσει, υποτίθεται, η τρικομματική κυβέρνηση!
Εξωφρενικά; Χωρίς αμφιβολία. Για όποιον έχει στοιχειώδη κατανόηση της λειτουργίας του ελληνικού Δημοσίου η ιδέα πως λειτουργεί κάποιος βαθύς μηχανισμός που στήνει τέτοιες προβοκάτσιες και μάλιστα κατ' εντολήν της πολιτικής ηγεσίας μόνο ως ανέκδοτο ακούγεται.
Εμείς έχουμε καταφέρει να έχουμε συνδικαλισμό ακόμα και στην ΕΥΠ. Είναι αστείο να πιστεύουμε ότι θα μπορούσε να κρατηθεί κάτι τέτοιο μυστικό - ούτε η CIA δεν το έχει καταφέρει. Πόσω μάλλον η ΕΛ.ΑΣ. Στην Ελλάδα δεν έχουμε κράτος, σχολίασε ευφυώς πολιτικός μας, θα είχαμε παρακράτος;
Αφήστε και το άλλο. Ποιος μπορεί να πιστέψει στα σωστά του ότι θα υπήρχαν πολιτικοί που θα έδιναν τέτοιες εντολές και θα έπαιζαν την καριέρα τους και την ελευθερία τους κορώνα-γράμματα εμπιστευόμενοι την εχεμύθεια υφισταμένων τους;
Υπάρχει βέβαια και μια πιο «λάιτ» εκδοχή της προβοκάτσιας η οποία εσχάτως διακινείται με βάση το ερώτημα «ποιος ωφελείται» ή λατινιστί, όπως είναι της μόδας, «cui bono». Κάτι τέτοιο ανταποκρίνεται απολύτως στα καχύποπτα αισθήματα πολλών συμπολιτών μας, κατά τα άλλα ωστόσο λίγο χρησιμεύει, καθώς το ποιος ωφελείται είναι σχετικό - για κάποιους για παράδειγμα η ίδια η Αριστερά που επιδιώκει αποσταθεροποίηση.
Το ερώτημα παρ' όλα αυτά χρησιμεύει για να στηρίξει ένα άλλο ιδεολόγημα, τη «στρατηγική της έντασης», την οποία υποτίθεται ότι ακολουθεί η κυβέρνηση. Η οποία ένταση κατά τα φαινόμενα συνίσταται στο ότι εφαρμόζεται ο νόμος είτε πρόκειται για τις καταλήψεις είτε πρόκειται για τα πανεπιστήμια.
Μαζί με όλα αυτά βέβαια ακούει κανείς σποραδικά από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ «τρομοκρατία είναι να είσαι άνεργος», άποψη με την οποία μπορεί κανείς να συμφωνήσει, ωστόσο στο πλαίσιο της συγκεκριμένης συζήτησης θυμίζει το γνωστό ανέκδοτο «κι εσείς γιατί βασανίζετε τους μαύρους;».
Και γιατί όλα αυτά, θα πείτε; Μα επειδή αν η Αριστερά αποδεχτεί την άποψη της αριστερής τρομοκρατίας, τότε πέρα από την κρίση θα πρέπει να αναλογιστεί και δικές της ενδεχόμενες ευθύνες που προκύπτουν για παράδειγμα από τη βιαιότητα του πολιτικού της λόγου.
Κάποτε όμως πρέπει να αποφασίσουν. Είναι νοικοκυραίοι, όπως είπε ο κ. Τσίπρας, ή όχι;

ΕΘΝΟΣ 15/1/13

Και ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει τον... Γερμανό του



Aς λέμε ό,τι θέλουμε. Η συνάντηση του κ. Τσίπρα με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν μια θετική εξέλιξη. Και μακάρι να αποτελέσει την απαρχή για να προσγειωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα. Εμείς, οι Ελληνες πολίτες δηλαδή, θα βγούμε κερδισμένοι. Οχι φυσικά επειδή ο κ. Τσίπρας εξήγησε στον κ. Σόιμπλε πόσο πραγματικά υποφέρουν οι Ελληνες ή γιατί το οικονομικό πρόγραμμα που υποστηρίζει η τρόικα έχει αποτύχει. Δεν περιμένει τον κ. Τσίπρα για να μάθει αυτά τα πράγματα, ούτε βέβαια πρόκειται να αλλάξει άποψη, επειδή ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είναι πιο πειστικός.
Το μείζον στη συγκεκριμένη συνάντηση ήταν να πληροφορηθεί επακριβώς η γερμανική κυβέρνηση τι πρόκειται να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, αν κάποια στιγμή μετέχει σε κυβέρνηση και βέβαια να μάθει ο κ. Τσίπρας πώς θα αντιδράσουν οι Γερμανοί, σε περίπτωση που εφαρμόσει το πρόγραμμα του κόμματός του.
Δεν είναι τόσο εύκολο. Ούτε γνωρίζουμε πώς ακριβώς εξελίχθηκε η συζήτηση. Μπορούμε όμως να φανταστούμε ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα εξήγησε στον κ. Σόιμπλε πως μόλις σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση, και σε «ένα άρθρο», θα καταργήσει τις «εργατοκτόνες» διατάξεις του Μνημονίου.
Επ' αυτού ο κ. Σόιμπλε πιθανώς θα ρώτησε τον κ. Τσίπρα πώς συμβιβάζεται μια τέτοια ενέργεια με τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν θα προβεί σε «μονομερείς» ενέργειες. Οπότε και ο κ. Τσίπρας θα είχε την ευκαιρία να εξηγήσει στον κ. Σόιμπλε ότι άλλο το Μνημόνιο που θα καταργηθεί και άλλο η δανειακή σύμβαση που δεν θα καταγγελθεί και θα επιδιωχθεί η επαναδιαπραγμάτευσή της.
Την απάντηση τη γνωρίζουμε, ενδεχομένως να τη φανταζόταν και ο κ. Τσίπρας. Αλλο να φαντάζεσαι όμως κι άλλο να το ακούς από πρώτο χέρι: Χωρίς το Μνημόνιο δανειακή σύμβαση δεν υπάρχει. Η Γερμανία θα διακόψει αμέσως τις πιστώσεις προς την Ελλάδα.
Σε αυτό το σημείο ο κ. Σόιμπλε ενδεχομένως να προσέθεσε και το ότι «εναλλακτική επιλογή» για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ «από την εφαρμογή του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής» δεν υπάρχει και η συζήτηση, ως προς τα ουσιαστικά, θα τελείωσε εκεί.
Σαν καλός οικοδεσπότης βέβαια και σε ένδειξη ενδιαφέροντος, ο Γερμανός υπουργός μπορεί να ρώτησε τον κ. Τσίπρα αν βρήκε κάποια εναλλακτική λύση χρηματοδότησης στις επαφές που είχε σε Αργεντινή και Βραζιλία. Δεν το θεωρώ πιθανό, ωστόσο, γιατί ακόμα και ο κ. Σόιμπλε δεν θα έβαζε ποτέ τον προσκεκλημένο του σε τόσο δύσκολη θέση.
Αντιθέτως, θεωρώ πιθανό ο κ. Τσίπρας να προσπάθησε να πείσει τον κ. Σόιμπλε ότι είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης να κουρευτούν κι άλλο τα χρέη της Ελλάδας - κάτι που μεταξύ μας δεν μπορεί να αποκλειστεί στο μέλλον, μετά τις γερμανικές εκλογές.
Και πάλι η απάντηση του κ. Σόιμπλε θα ήταν η ίδια: Εφαρμόστε το πρόγραμμα και βλέπουμε. Εχουμε και εμείς ωστόσο ψηφοφόρους που καθόλου δεν θέλουν να δώσουμε στην Ελλάδα και άλλα χρήματα από τους φόρους που πληρώνουν.
Πώς όλα όσα ειπώθηκαν θα εγγραφούν στο μυαλό του κ. Τσίπρα δεν ξέρω. Ετσι κι αλλιώς να μην περιμένουμε κάτι θεαματικό στο αμέσως επόμενο διάστημα - στον ΣΥΡΙΖΑ τον περιμένουν με το τουφέκι για κάθε ένδειξη υπαναχώρησης.
Μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, μπορεί και να μας ξαφνιάσει αναγνωρίζοντας ότι η Ελλάδα δεν είναι μόνη της στην Ευρώπη και δεν μπορεί να κάνει ό,τι της καπνίσει, ιδίως αν επιζητά την αλληλεγγύη των εταίρων της!

ΕΘΝΟΣ 15/1/13

Για όλα φταίει το γκαζόν!



Πολλοί ασφαλώς θα συμφωνήσουν ότι το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα αποτελεί μια μικρογραφία της ελληνικής κοινωνίας - και μ' αυτήν την έννοια ένα καλό παράδειγμα για να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα για την κρίση που περνάμε.
Πρώτον γιατί όπως η οικονομία έτσι και το ποδόσφαιρο σε μεγάλο βαθμό στηριζόταν και εξακολουθεί να στηρίζεται σε μια φούσκα - τα λεφτά πλούσιων χορηγών ή χειρότερα τα μαύρα χρήματα σκοτεινών παραγόντων.
Δεύτερον γιατί όλος ο κόσμος βοά για τη διαφθορά και το παρασκήνιο - για το οποίο ωστόσο ισχύει απολύτως το «άλλοι το έχουν τούμπανο κι άλλοι κρυφό καμάρι». Παρά τις αντιδράσεις ωστόσο -τουλάχιστον των υγιών φιλάθλων- όλα αυτά τα χρόνια δεν έχει γίνει τίποτα για να αντιμετωπιστεί πραγματικά το πρόβλημα.
Τρίτον γιατί όπως στην οικονομία έτσι και στο ποδόσφαιρο η μετάβαση σε ένα πιο μετρημένο και υγιές οικονομικό περιβάλλον αποδεικνύεται -αν και χωρίς? μνημόνιο- ιδιαίτερα δύσκολη και σε πολλές περιπτώσεις τραυματική.
Οταν υπάρχουν λεφτά, βλέπετε, όλα είναι εύκολα και όλοι είναι ικανοποιημένοι. Κι αν κάτσει και μια στραβή, που λένε και οι φίλαθλοι, τι πιο εύκολο από το να εξαγοραστεί η προσοχή του κόσμου με μια μεταγραφή - ένας Πίου πάντα θα είναι εύκαιρος.
Με κλειστό το «μπάτζετ», ωστόσο, τέτοια τεχνάσματα δεν είναι εφικτά. Παράγοντες και φίλαθλοι πρέπει να συνηθίσουν στο ότι οι μαγικές λύσεις έχουν τελειώσει. Χρειάζονται σοβαρότητα, συνέπεια και συστηματική προσπάθεια για να χτιστεί μια ομάδα με λίγα λεφτά και σχετικά ανταγωνιστική. Ποιος έχει την υπομονή όμως;
Τα δάνεια, βλέπετε -καλή ώρα στον Παναθηναϊκό για να καλύψει τις άμεσες ανάγκες-, εξαντλούνται γρήγορα κι άλλα δεν φαίνονται στον ορίζοντα. Αλλωστε σχεδόν όλες οι ομάδες είναι μηδενικής αξιοπιστίας στις αγορές και δεν προβλέπεται σύντομα ανάκαμψη, αν προηγουμένως δεν παρουσιάσουν -τι άλλο- πρωτογενή πλεονάσματα. Και για να τα πετύχουν, θα πρέπει να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις, να βγάλουν νέους παίκτες, να εμπιστευθούν νέους και φιλόδοξους προπονητές, να αποκτήσουν με δυο λόγια οργάνωση και σύστημα. Δύσκολο πράγμα για όσους έχουν μάθει να ζουν με τις εντυπώσεις. Και ναι σε ορισμένες χώρες -καλή ώρα η Ολλανδία- το έχουν πετύχει χωρίς να ξοδεύουν πακτωλούς εκατομμυρίων, όπως κάποιοι άλλοι Νότιοι, που έχουν επενδύσει σε λύσεις Αργεντινής.
Και οι φίλαθλοι; Ισχύει άραγε το «μαζί τα φάγαμε»; Δυστυχώς έως έναν βαθμό ναι. Και δεν είναι μόνο όσοι ανήκουν στους στρατούς των μεγαλοπαραγόντων που εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία. Είναι και οι υπόλοιποι -μειοψηφίες ίσως- που δίνουν τον τόνο κάθε Κυριακή.
Είναι αυτοί που ευθύνονται για τα επεισόδια κι έχουν διώξει τον κόσμο από τα γήπεδα φτωχαίνοντας το πρωτάθλημα και φτωχαίνοντας τελικά και τις ομάδες τους, καθώς τους στερούν τον μόνο ίσως υγιή οικονομικό πόρο στον οποίο θα μπορούσαν να στηριχθούν: τα εισιτήρια. Και είναι οι ίδιοι που δεν αφήνουν στην πραγματικότητα να προχωρήσει καμιά προσπάθεια αναδιοργάνωσης. Στην πρώτη αποτυχία είναι έτοιμοι να κατεδαφίσουν τους χθεσινούς θεούς - στην ΑΕΚ πήραν στο κυνήγι τους παίκτες λες και φταίνε, λες και θέλουν να χάνουν. Κι ας γνωρίζουν -ή θα έπρεπε να γνωρίζουν- ότι σε αυτές τις περιπτώσεις η επόμενη ημέρα είναι συνήθως χειρότερη από την προηγούμενη!
Σύμφωνοι, η πρώτη ευθύνη ανήκει στους παράγοντες. Αυτοί φταίνε για τη διαφθορά, αυτοί έχουν κακομάθει τους φιλάθλους. Κι όταν χάνουν και την ψυχραιμία τους, ανοίγει ο ασκός του Αιόλου. Πόσο έτοιμοι όμως είμαστε κι εμείς για ένα πτωχό, πλην τίμιο πρωτάθλημα;

ΕΘΝΟΣ 14/1/13

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013


Η... κουλτούρα της διαφθοράς



Πριν από αρκετά χρόνια, πάνω από δεκαετία σίγουρα, ο κ. Στέφανος Μάνος είχε επιχειρήσει με ένα μικρό τρικ να υπογραμμίσει την υποκρισία του πολιτικού μας συστήματος. Είχε δηλώσει ότι είχε υπερβεί τις δαπάνες που προέβλεπε η νομοθεσία για την εκλογή του στην πρώτη Περιφέρεια της Αθήνας. Το ποσό της υπέρβασης ήταν μικρό - και δεν έχουμε κανέναν λόγο να πιστέψουμε ότι ήταν αληθινό. Το πραγματικό κόστος γνωρίζαμε όλοι ότι ήταν πολύ μεγαλύτερο. Εστω και έτσι, ωστόσο, έκανε τη δουλειά του. Ολες οι εφημερίδες συνεχάρησαν τον κ. Μάνο για την ειλικρίνειά του και... τίποτε άλλο. Δεν άλλαξε σχεδόν το παραμικρό ούτε έχει αλλάξει ακόμα και σήμερα.
«Στην πολιτική», έλεγε ένας Αμερικανός γερουσιαστής στις αρχές του αιώνα, «δύο πράγματα μετράνε για να πετύχεις. Το πρώτο είναι το χρήμα. Το δεύτερο δεν μπορώ να το θυμηθώ αυτήν τη στιγμή». Και, βέβαια, ό,τι ισχύει στις ΗΠΑ ισχύει και στην Ελλάδα. Μόνο που εδώ καμωνόμαστε ότι δεν γνωρίζουμε τίποτα.
Ψηφίζουμε νόμους, βάζουμε περιορισμούς, ελέγχουμε τον τηλεοπτικό χρόνο για να διασφαλίσουμε, υποτίθεται, την ισότητα υποψηφίων και συνδυασμών και στην πράξη όλοι γνωρίζουν ότι τα πάντα καταστρατηγούνται. Οι δαπάνες είναι πολύ μεγαλύτερες και οι συναλλαγές, κυρίως στην περιφέρεια, γίνονται κάτω από το τραπέζι.
Το ένα εκατομμύριο της Siemens που κατέληξε -χωρίς φυσικά να καταγραφεί- στο ταμείο του ΠΑΣΟΚ ήταν η κορυφή μονάχα του παγόβουνου. Στην πραγματικότητα όλα τα κόμματα χρηματοδοτούνται με αδήλωτα χρήματα - συχνά έχουν βγει στο φως και συγκεκριμένες καταγγελίες. Ομως, εμείς δεν μαθαίνουμε τίποτε.
Και δεν μαθαίνουμε, γιατί έχει επικρατήσει η λογική ότι οι προεκλογικές δαπάνες διαφθείρουν τη Δημοκρατία. Καμωνόμαστε, λοιπόν, ότι δεν υπάρχουν. Προσθέστε και λίγη κομμουνιστική συνωμοσιολογία ...να μη μαθευτούν τα ονόματα όσων ενισχύουν το κόμμα- και... μένουμε στο σκοτάδι.
Δεν είναι τυχαίο ότι πίσω από τις δύο πιο γνωστές υποθέσεις χρηματισμού που απασχόλησαν την κοινή γνώμη -του Μ. Κουτσόγιωργα και του Α. Τσο­χα­τζόπουλου- υπήρχαν τουλάχιστον αρχικά πολιτικές φιλοδοξίες που έπρεπε να χρηματοδοτηθούν, καθώς και οι δύο φιλοδοξούσαν να γίνουν αρχηγοί.
Θα άλλαζε κάτι αν είχαμε αποδεχθεί την πραγματικότητα και επιμέναμε στη διαφάνεια; Πιθανό­τατα, όχι. Είναι, ωστόσο, σίγουρο ότι το καθεστώς της αδιαφάνειας καλλιεργεί μια κουλτούρα κυνισμού στην πολιτική, ιδίως μεταξύ των στελεχών που προέρχονται από τους κομματικούς μηχανισμούς.
Υπάρχει η πεποίθηση ότι ο νόμος είναι για τους «άλλους», ότι άλλα λέμε και άλλα κάνουμε, αφού όλοι γνωρίζουν ότι οι νόμοι δεν εφαρμόζονται.
Και ίσως να είναι αυτός ο λόγος ο οποίος στις λίγες περιπτώσεις που κάποιοι οδηγούνται στη δικαιοσύνη τους κάνει να εξανίστανται -και ενδεχομένως να το πιστεύουν- ότι γίνονται τα εξιλαστήρια θύματα ενός συστήματος που έτσι λειτουργεί.
Μπορούμε να αλλάξουμε αυτή την κουλτούρα; Να ανοίξουμε την πολιτική στον πολίτη που δεν θέλει να μπει σε μια τέτοια λογική, που πιστεύει ότι τα κριτήρια προσωπικής ηθικής που ακολουθεί στη ζωή πρέπει να ισχύουν και στην πολιτική;
Και ακόμα περισσότερο έχει προοπτική κάτι τέτοιο σε μια χώρα η οποία στην πραγματικότητα είναι εθισμένη στη διαφθορά; Γιατί, βέβαια, τα δύο μέτρα και δύο σταθμά δεν είναι προνόμιο μόνο των πολιτικών.
Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ότι το ζήτημα δεν απασχολεί μόνο την Ελλάδα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, η διαφθορά είναι πολύ μεγαλύτερη όσο χαμηλότερα κατεβαίνει κανείς στη διοίκηση - από το ομοσπονδιακό επίπεδο σε επίπεδο πολιτείας ή δήμου.
Και έχουν γίνει μελέτες στις οποίες φαίνεται ότι στις περιοχές που είναι μεγαλύτερη η συμμετοχή στα κοινά και εκεί όπου το μορφωτικό επίπεδο είναι ψηλότερο, η διαφθορά είναι μικρότερη. Και αντιστρόφως, όπου εμφανίζονται περισσότεροι φορείς που μπορεί να διαφθαρούν, εκεί είναι υψηλότερη. Με άλλα λόγια, η κουλτούρα μετράει - θετικά ή αρνητικά.
Το ίδιο φαίνεται να πιστεύουν και στην Κίνα. Οπου, μάλιστα, ένας καθηγητής πρότεινε να δοθεί περιορισμένη αμνηστία σε όσους θέλουν να δηλώσουν ό,τι απέκτησαν παράνομα, ώστε να γίνει μια καινούργια αρχή. Και εκεί, βλέπετε, το πράγμα έχει ξεφύγει.
Θα μπορούσε να είναι λύση αυτό και για την Ελλάδα; Μια Επιτροπή Αλήθειας - κατά το πρότυπο της Νότιας Αφρικής - για μια καινούργια αρχή; Σιγά την καινοτομία, θα πείτε. Για τα κορόιδα μόνο. 'Η μήπως όχι;

Η Ελλάδα, η Δανία και η... Σικελία


Η πρεσβεία της Δανίας στην Αθήνα αποτελεί ίσως παράδειγμα σκανδιναβικής απλότητας. Στον τέταρτο όροφο μιας πολυκατοικίας, σαν ένα κανονικό διαμέρισμα, ο επισκέπτης δυσκολεύεται ακόμα και να την εντοπίσει. Στο εσωτερικό ένας χώρος σχεδόν φοιτητικός, χωρίς καμία πολυτέλεια και με ελάχιστο προσωπικό. Και κανείς, φυσικά, δεν διανοήθηκε να πει ότι βλάπτει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Στις μέρες μας ισχύει ακριβώς το αντίθετο.

 Ισως δεν είναι τυχαίο ότι η Δανία είναι η χώρα στην οποία οι πολίτες της θεωρούν ότι δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα διαφθοράς: μόλις το 19% των ερωτηθέντων απάντησε ότι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Το αντίστοιχο ποσοστό των Ελλήνων είναι 98%, το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Είμαστε οι μόνοι; Ασφαλώς όχι. Οι ιταλικές εφημερίδες αναφέρονται στη Σικελία σαν την Ελλάδα της Ιταλίας.
Δρόμοι που δεν οδηγούν πουθενά, γέφυρες που δεν ενώνουν τίποτα και φυσικά χιλιάδες διορισμοί - 140.000 δημόσιοι υπάλληλοι συνωστίζονται στα γραφεία, ένας στους οκτώ είναι προϊστάμενος κάποιου άλλου. Και μαζί 27.000 δασοφύλακες, σε μια περιοχή με λίγα δάση, πολλαπλάσιοι των δασοφυλάκων στη βρετανική Κολούμπια με τα απέραντα δάση στον Καναδά.

 Ακόμα και στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε προκαλέσει θύελλα η αποκάλυψη πριν από έναν χρόνο ότι ευρωβουλευτές αποδέχονταν «δώρα» με αντάλλαγμα να εισαγάγουν τροπολογίες που ευνοούσαν επιχειρηματίες. Και είναι ακριβώς η έκταση του φαινομένου που έχει οδηγήσει κυβερνήσεις και αρμόδιες αρχές να αναζητούν τους συστημικούς παράγοντες που ευνοούν τη διαφθορά.

Για την Ελλάδα οι προτάσεις της διεθνούς διαφάνειας αφορούν λίγο-πολύ τα γνωστά. Ανάμεσά τους γραφειοκρατία και πολυπλοκότητα διαδικασιών, αδιαφάνεια, καθυστερήσεις της Δικαιοσύνης, μετεκπαίδευση των δικαστικών και, βέβαια, κατάργηση της πρόσωπο με πρόσωπο επαφής των φορολογουμένων με δημοσίους υπαλλήλους μέσω της υιοθέτησης ηλεκτρονικών συστημάτων.

ΕΘΝΟΣ 13/1/13

Διότι δεν συνεμορφώθησαν!



«Και παπαγαλάκια ψητά έεεεεχω». Το σχόλιο στο Ιντερνετ, με αφορμή την επίθεση με γκαζάκια σε σπίτια δημοσιογράφων, θα μπορούσε να θεωρηθεί και χιουμοριστικό. Αλλωστε, για τον κόσμο του Ιντερνετ η βία είναι μια εικονική υπόθεση. Λίγοι προσπαθούν να μπουν στη θέση του θύματος και να καταλάβουν τι σημαίνει να ξυπνάς μαζί με τα μικρά παιδιά σου στη μέση της νύχτας από μια έκρηξη χωρίς να ξέρεις αν κινδυνεύουν.
Η βία, βέβαια, της κυρίας που φώναζε «σκοτώστε τον», όταν κάποιοι άλλοι είχαν επιτεθεί και είχαν ξυλοκοπήσει έναν δημοσιογράφο μέρα μεσημέρι στο Σύνταγμα, δεν ήταν καθόλου εικονική. Κι είναι σίγουρο ότι μια μεγάλη μερίδα του κόσμου, ακόμα και αν διαφωνεί με τη βία, δεν τρέφει τα καλύτερα αισθήματα για τους δημοσιογράφους και τα Μέσα Ενημέρωσης.
ΣΕ αυτά ακριβώς τα αισθήματα ποντάρει ο ΣΥΡΙΖΑ και αισθάνεται ότι μπορεί με τέτοια ευκολία να κάνει επιθέσεις στους δημοσιογράφους που τον ενοχλούν. Οχι για να απαντήσει στην κριτική, αλλά για να επικαλεστεί κάθε είδους συνωμοσίες και άνομες σχέσεις διαπλοκής που κατά την άποψή του εξηγούν γιατί ορισμένοι εξ ημών δεν έχουμε αποδεχθεί την εξ αποκαλύψεως αλήθεια του κ. Τσίπρα.
Δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Ούτε αποκλειστικότητα της Αριστεράς. Κατά καιρούς όλα τα κόμματα έχουν στοχοποιήσει δημοσιογράφους και Μέσα, αποδίδοντάς τους κάθε είδους ύποπτα κίνητρα.
Αν σε κάτι διαφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι στη βιαιότητα και στον προσωπικό χαρακτήρα των κατηγοριών - κάτι που ασφαλώς εντάσσεται στην τακτική του να απαξιώνει ηθικά κάθε αντίθετη άποψη και κάθε αντίθετη φωνή. Σταλινικά κατάλοιπα...
Οχι ότι οι δημοσιογράφοι και τα Μέσα είμαστε αναμάρτητοι. Ο χώρος κουβαλά τις ίδιες παθογένειες που κουβαλά η κοινωνία και, κατεξοχήν, το πολιτικό μας σύστημα. Κι όπως και στην πολιτική, έτσι και στα Μέσα Ενημέρωσης ο πολίτης οφείλει να χρησιμοποιεί το δικαίωμα της επιλογής και της κριτικής ανάγνωσης στον μέγιστο βαθμό. Κι είναι φανερό ότι δεν το κάνει.
Το αντίθετο συνήθως συμβαίνει. Μια ματιά αν ρίξει κανείς στις τηλεθεάσεις θα δει πως επιβραβεύονται τα κουτσομπολιά, ο εξευτελισμός των προσώπων και βέβαια οι καφενειακού επιπέδου καβγάδες που σε μεγάλο βαθμό έχουν υποκαταστήσει τον πολιτικό διάλογο.
Οι πολίτες, με άλλα λόγια, αυτοί οι οποίοι βρίζουν τους δημοσιογράφους και ζητούν την κεφαλή τους επί πίνακι, δεν το κάνουν επειδή θέλουν μια άλλη ποιότητα ενημέρωσης, αλλά επειδή θέλουν οι δημοσιογράφοι να αναπαράγουν τις απόψεις με τις οποίες συμφωνούν. Και συνήθως όσο πιο ακραίες και εξωπραγματικές είναι τόσο πιο πολύ θυμωμένοι δηλώνουν.
Νομίζουν ότι φταίει το σύστημα που δεν μπορούν να γίνουν πλειοψηφία. Και βέβαια δεν τους απασχολεί διόλου ότι τα δικά τους Μέσα Ενημέρωσης -επιδοτούμενα συχνά από το κράτος ή τις τράπεζες που, κατά τα άλλα, πολεμούν- δεν έχουν την παραμικρή απήχηση.
Αυτό ακριβώς συνέβη χθες. Πέντε δημοσιογράφοι -και συμβολικά στο πρόσωπό τους πολύ περισσότεροι- δέχθηκαν επίθεση επειδή δεν εκφράζουν τις «σωστές» θέσεις. Μια κυνική απόπειρα τρομοκράτησης.
Με αυτή την έννοια, οι επιθέσεις κατά των δημοσιογράφων δεν είναι παρά ένα ακόμα σύμπτωμα της κουλτούρας της βίας που έχει επικρατήσει στην πολιτική μας ζωή. Και είναι εντυπωσιακό ότι στη χθεσινή ανακοίνωση καταδίκης που εξέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτό που βρήκε να πει είναι ότι πρόκειται για μια «επικίνδυνη και αδιέξοδη» τακτική. Αν ήταν δηλαδή αποτελεσματική, να υποθέσουμε ότι θα ήταν και αποδεκτή;

ΕΘΝΟΣ 12/1/13

Θα ευημερούν οι αριθμοί;



Οι περισσότεροι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι από το τέλος του 2013 η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει. Η ανεργία, ωστόσο, όλα δείχνουν ότι θα αυξηθεί κι άλλο. Χθες ανακοινώθηκε ότι τον Σεπτέμβριο έφτασε το 26,8% - οι άνεργοι έφτασαν ήδη τους 1.345.000! Είμαστε άραγε καταδικασμένοι να περάσουμε σε μια οικονομία όπου οι αριθμοί θα ευημερούν και οι άνθρωποι θα δυστυχούν; Είναι πολύ πιθανόν, και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Από το ξεκίνημα της κρίσης έχουν χαθεί πάνω από 700.000 θέσεις εργασίας. Από αυτές, ένα μεγάλο μέρος χάθηκε οριστικά και δεν πρόκειται να δημιουργηθούν ξανά.
Για παράδειγμα, στο εμπόριο μεγάλο μέρος της απασχόλησης είχε σχέση με τις εισαγωγές που είχαν φτάσει στα 16 δισεκατομμύρια ευρώ. Σήμερα είναι 9 δισεκατομμύρια και δεν προβλέπεται να επιστρέψουν στα προηγούμενα επίπεδα - ούτε άλλωστε είναι επιθυμητό καθώς η οικονομία δεν μπορεί να επιστρέψει στην εποχή που ζούσαμε με δανεικά. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τις κατασκευές, όπου έχουν χαθεί κοντά στις 200.000 θέσεις εργασίας. Με 200.000 ακίνητα απούλητα ωστόσο, με μείωση των εισοδημάτων πάνω από 20% και την αύξηση στον φόρο δεν προβλέπεται, στα αμέσως προσεχή χρόνια τουλάχιστον, να επανέλθει ο τομέας στις προηγούμενες δόξες του. Αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει είναι ότι στην Ελλάδα αλλάζει το παραγωγικό μοντέλο. Χάνονται θέσεις εργασίας από δραστηριότητες ας τις πούμε μη παραγωγικές, με την έννοια ότι δεν μπορούσαν να υποστηριχθούν από τις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας.
Την ίδια στιγμή ωστόσο δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας σε νέους ανταγωνιστικούς κλάδους, καθώς κάτι τέτοιο απαιτεί χρόνο και προϋποθέτει νέες επενδύσεις. Η κατάσταση θα βελτιωθεί κάπως από την αύξηση των εξαγωγών, οι ρυθμοί ανάπτυξης ωστόσο που απαιτούνται για να απορροφηθούν οι άνεργοι είναι πολύ υψηλότεροι από αυτούς που ρεαλιστικά μπορούμε να περιμένουμε.
Σε πρόσφατο άρθρο του ένας Ελληνας οικονομικός αναλυτής, ο κ. Γιάννης Μουζάκης, εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο φυσικός ρυθμός της ανεργίας στην Ελλάδα -αυτός δηλαδή που θα αντιστοιχεί στις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας μετά την κρίση- μπορεί να φτάσει στο 15%!
Επισημαίνει δε τον πρόσθετο κίνδυνο τα πιο δυναμικά στοιχεία του εργατικού δυναμικού να αποχωρήσουν -το 2012 πάνω από 120.000 Ελληνες βρήκαν δουλειά στη Γερμανία- κι όταν επιστρέψουμε στην ανάπτυξη να λείπει το απαραίτητο εργατικό δυναμικό για τους τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας. Να παγιδευτούμε δηλαδή στον φαύλο κύκλο χαμηλές αμοιβές - χαμηλή παραγωγικότητα. Ακόμη και αν αυτές οι εκτιμήσεις είναι περισσότερο απαισιόδοξες από ό,τι δικαιολογείται, στο οικονομικό επιτελείο αναγνωρίζουν ότι η μείωση της ανεργίας θα πάρει πολύ χρόνο και επισημαίνουν ότι στην Ισπανία που παρουσίαζε ανάλογο πρόβλημα στα μέσα του ΄90 χρειάστηκε πάνω από μία πενταετία για να πλησιάσει η ανεργία το 10%.
Το πρόβλημα, μάλιστα, είναι ανεξάρτητο από τις απόψεις που μπορεί να έχει κανείς για το Μνημόνιο ή τη λιτότητα. Αφορά το καινούργιο παραγωγικό μοντέλο που έχει ανάγκη η χώρα. Κι ασφαλώς πρέπει να κινητοποιηθούν όλες οι δυνάμεις της κοινωνίας, να αναζητήσουμε νέα σχήματα χρηματοδότησης και μικρής κλίμακας επιχειρηματικότητα -π.χ. συνεταιριστικά ή συνεργατικά- ώστε να αξιοποιηθεί το ανθρώπινο δυναμικό.
Η πραγματική απάντηση ωστόσο βρίσκεται στην προσέλκυση επενδύσεων. Κι αν οι πολιτικοί μας πράγματι θέλουν να βοηθήσουν, τότε θα είχαν από καιρό συμφωνήσει σε μια εθνική στρατηγική αντί και γι΄ αυτό το θέμα να επιδίδονται σε στείρες καταγγελίες και απειλές για ειδικά δικαστήρια!

ΕΘΝΟΣ 11/1/13

Η ανακατάληψη του αυτονόητου



Είναι φανερό πως η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να βάλει τέλος στις καταλήψεις κτιρίων στην Αθήνα. Επιτέλους. Το πραγματικά παράδοξο δεν είναι η σημερινή απόφασή της, αλλά το πώς φτάσαμε έως εδώ - δεκαετίες ανοχής σε παραβατικές συμπεριφορές που είχαν συχνά τραγικά αποτελέσματα.
Γιατί, βέβαια, δεν μιλάμε για κινήματα αστέγων που καταλαμβάνουν άδεια σπίτια, ούτε για κινήματα εναλλακτικής κουλτούρας. Τέτοια φαινόμενα θα μπορούσαν πράγματι να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο μιας πιο ανεκτικής πολιτικής -για παράδειγμα στην αγορά της Κυψέλης- και σε συνεννόηση ασφαλώς με τον δήμο.
Στην Αθήνα, όμως, οι περισσότερες καταλήψεις γίνονται από άτομα μιας συγκεκριμένης πολιτικής ιδεολογίας - γι' αυτό και τα αντικείμενα «καθημερινής χρήσης» που έχουν βρεθεί και η αξιοποίησή τους σε καιρό διαδηλώσεων.
Με αυτήν την έννοια και ο τερματισμός των καταλήψεων δεν θα είναι μια απλή ιστορία. Hδη έχουμε πάρει μια πρώτη γεύση με τον προπηλακισμό του κ. Καμίνη και τις χθεσινές «ανακαταλήψεις». Θα δούμε κι άλλα.
Ιδίως αν η Αστυνομία παραβιάσει το «άβατο» και επιχειρήσει να απελευθερώσει και τους χώρους που με το έτσι θέλω έχουν καταλάβει οι αντιεξουσιαστές σε πανεπιστήμια. Προφανώς για την κυβέρνηση οι επιχειρήσεις της Αστυνομίας υπηρετούν και πολιτικές σκοπιμότητες. Μπορεί πολύ πιο πειστικά να εμφανιστεί ότι υπερασπίζεται τον νόμο και την τάξη και να περιορίσει τις διαρροές προς τα δεξιά της. Ακόμα περισσότερο και με τις συνθήκες ανομίας που είχαν επικρατήσει ιδίως την περίοδο της τελευταίας διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, η πολιτική του κ. Δένδια έχει απήχηση και σε προοδευτικούς ψηφοφόρους - όσους τουλάχιστον θεωρούν ότι οι συνθήκες χάους απειλούν τη Δημοκρατία.
Εκείνο που ενδεχομένως δεν θα περίμενε η κυβέρνηση είναι ο τρόπος που αντιδρά ο ΣΥΡΙΖΑ. Καλύτερο δώρο δεν θα μπορούσε να της προσφερθεί. Αντί να αρπάξει την ευκαιρία και να διαχωρίσει τη θέση του από αυτές τις περιθωριακές δυνάμεις, καταφέρνει ουσιαστικά να τις υιοθετήσει.
Γιατί, βέβαια, οι αναιμικές καταδίκες είτε του προπηλακισμού του δημάρχου είτε της κατάληψης στη ΔΗΜΑΡ χάνονται μπροστά στις δηλώσεις των στελεχών του για τις μάσκες, τα κοντάρια ή τα μπουκάλια που έχουν σπίτι τους. Η κυβέρνηση βάζει το τυράκι και ο ΣΥΡΙΖΑ πέφτει με φόρα στην παγίδα.
Ακόμα πιο παράξενο είναι ότι αυτό δεν έγινε μία φορά, αλλά συμβαίνει κατ' επανάληψη. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι η στάση αυτή εντάσσεται στην πολιτική της εφ' όλης της ύλης σύγκρουσης. Oμως και πάλι τα περιθώρια αντιπολίτευσης στην οικονομία είναι ανεξάντλητα. Ποιος ο λόγος να ταυτίζεται με ομάδες που είναι βέβαιο ότι διώχνουν τους πολίτες;
Δυστυχώς η μόνη απάντηση είναι ότι αυτά πραγματικά πιστεύει. Σε όλη τη διάρκεια των τελευταίων ετών και πριν ξεσπάσει η κρίση, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ρίξει γέφυρες και είχε αποκτήσει σχέσεις με αυτόν τον χώρο. Αυτό φάνηκε ήδη από τα επεισόδια του 2008 όταν κάηκε η Αθήνα και, βέβαια, συνεχίστηκε αδιάλειπτα τουλάχιστον έως τις εκλογές.
Σήμερα για τα στελέχη της ηγεσίας του -μην ξεχνάμε στελέχη ενός κόμματος του 4% έως χθες- οι θέσεις αυτές αποτελούν βαθιά εδραιωμένες πεποιθήσεις. Και θα χρειαστεί ιδιαίτερη αποφασιστικότητα από τον κ. Τσίπρα, αλλά, βέβαια, και πολιτική διορατικότητα για να συγκρουστεί μια και καλή με αυτές τις απόψεις.
Διαφορετικά -εδώ να είμαστε- ο ΣΥΡΙΖΑ θα κινδυνεύει, αν αλλάξουν οι συνθήκες στην οικονομία, να ξεφουσκώσει με την ταχύτητα ενός μπαλονιού!

ΕΘΝΟΣ 10/1/13

Δικαιοσύνη ή εκδίκηση;



Σε ένα είχε σίγουρα δίκιο ο κ. Γιώργος Παπακωνσταντίνου στην προχθεσινή συνέντευξή του στην κ. Ε. Στάη: στη διάρκεια της δικής του θητείας έγιναν μια σειρά από κινήσεις για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, χάρη στις οποίες σήμερα πολλοί που χρωστάνε μεγάλα ποσά απειλούνται με ποινές φυλάκισης.
Μένει σίγουρα να γίνουν κι άλλα - ανάμεσά τους και το περιουσιολόγιο που είναι απαραίτητο για μια δίκαιη κατανομή των βαρών. Ωστόσο, μόνο βαρύτατα προκατειλημμένοι δεν θα αναγνωρίσουν την πρόοδο που έχει συντελεστεί.
Δυστυχώς αυτό σε τίποτα δεν επηρεάζει την υπόθεση της λίστας και την αλλοίωσή της. Για την οποία ο κ. Παπακωνσταντίνου οφείλει να δώσει πολύ περισσότερες και πολύ πιο συγκεκριμένες απαντήσεις σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά, αν θέλει να απαλλαγεί από τη σκιά της προσωπικής του εμπλοκής.
Τις απαντήσεις αυτές δεν τις έδωσε προχθές. Οπως επίσης απέφυγε να αναφερθεί συγκεκριμένα στις υποψίες που λέει ότι έχει για το ποιος άλλος μπορεί να έκανε την αλλοίωση, ούτε μπόρεσε να δώσει μια πειστική εξήγηση για το ποιος ή ποιοι άλλοι ήταν σε θέση και είχαν κίνητρο να το κάνουν. Αυτά μοιραία θα πρέπει να τα αναπτύξει στην προανακριτική επιτροπή.
Θα είναι μόνος του; Ετσι φαίνεται. Ο κ. Βενιζέλος μοιράζεται ασφαλώς τις πολιτικές ευθύνες για τη μη αξιοποίηση της λίστας. Και είναι βαριές. Το να μιλήσει όμως κανείς για ποινικές ευθύνες και πολύ περισσότερο για σαφείς ενδείξεις ποινικών ευθυνών, όπως απαιτεί ο νόμος, είναι υπεράνω λογικής, που μόνο πολιτικές σκοπιμότητες υπηρετεί.
Τα περί υπεξαγωγής εγγράφου είναι κωμικά. Αν μη τι άλλο, γιατί χάρη στον κ. Βενιζέλο αποκαλύφθηκε η αλλοίωση της λίστας. Αν δεν είχε κρατήσει το στικάκι δεν θα είχαμε μάθει τίποτα.
Οσο για τα αδικήματα της απιστίας και της παράβασης καθήκοντος -για μια υπηρεσία, το ΣΔΟΕ, της οποίας την εποπτεία δεν την είχε ο ίδιος, αλλά οι οικονομικοί εισαγγελείς- το έγκλημά του συνίσταται στο ότι δεν αντέκρουσε την άποψη του κ. Διώτη ότι η λίστα δεν είναι νομικά αξιοποιήσιμη. Θέλει γερή δόση φαντασίας και κακοπιστίας για να συμπεράνει κανείς ότι το έκανε με δόλο και για να βλάψει το Δημόσιο.
Φυσικά στο κλίμα των ημερών όλοι είναι ένοχοι, πολύ περισσότερο αν είναι πολιτικοί και ακόμη περισσότερο αν είχαν και την ευθύνη για την οικονομία. Ομως αυτό δεν ονομάζεται δικαιοσύνη, ούτε εφαρμογή των νόμων, αλλά εκδίκηση.
Σίγουρα αντανακλά τα αισθήματα μιας μερίδας των πολιτών. Πάνω σε αυτά πατά ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ελπίζει ότι θα πλήξει την κυβέρνηση με την πρόταση που έχει καταθέσει για την παραπομπή του κ. Βενιζέλου. Προσφέρει κάκιστη υπηρεσία και στον τόπο και στον εαυτό του.
Την ώρα που η χώρα και οι πολίτες περνούν τον πιο δύσκολο χειμώνα της μεταπολίτευσης, η πολιτική αντιπαράθεση έχει εγκλωβιστεί ξανά σε μια αδιέξοδη ανταλλαγή καταγγελιών. Θα ξυπνήσουμε και πάλι απότομα όταν θα έρθει η ώρα της επόμενης δόσης.
Φυσικά δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό. Αν υπάρχει κάτι το νέο, είναι η επιβεβαίωση ίσως ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υιοθετήσει συνειδητά μια πολιτική ηθικής απαξίωσης των αντιπάλων του πέρα από κάθε όριο δεοντολογίας και πολιτικής σωφροσύνης.
Ο καθένας μπορεί να κρίνει αν είναι μια πολιτική επιλογή ή απλώς μια κίνηση απελπισίας για να καλύψει τις εσωτερικές του αντιθέσεις!

ΕΘΝΟΣ 9/1/13