Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013


Μέρκελ ή Λαγκάρντ;



Πριν από μερικούς μήνες, ο Στίβεν Ράτνερ, μέλος της ομάδας δράσης για την αυτοκινητοβιομηχανία του προέδρου Ομπάμα, έγραψε μια καταιγιστική κριτική στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς για την οικονομική πολιτική της Ευρώπης. Οχι, δεν αφορούσε τη λιτότητα, αλλά τον μυωπικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει την κρίση στην αυτοκινητοβιομηχανία.
Αυτό που υποστήριζε, με δυο λόγια, ήταν ότι χωρίς ακρωτηριασμό ο ασθενής δεν σώζεται. Στις ΗΠΑ, εξήγησε, με τη βοήθεια του κράτους το έκαναν χωρίς πολλή καθυστέρηση. Εκλεισαν μονάδες, απολύθηκαν εργαζόμενοι και σήμερα η βιομηχανία χαίρει άκρας υγείας, εμφανίζει κέρδη και αυξάνει πάλι την απασχόληση.
Στην Ευρώπη, αντίθετα, κάθε χώρα προσπαθεί όπως μπορεί να γλιτώσει θέσεις εργασίας, τα εργοστάσια λειτουργούν με λιγότερο από το 70% της δυναμικότητάς τους, τα χρέη συσσωρεύονται απειλώντας και τις τράπεζες και βέβαια στον ορίζοντα έρχονται και οι απολύσεις. Δεν γνωρίζω πώς χαρακτηρίζεται αυτή η πολιτική του προέδρου Ομπάμα, τον οποίο πλέον αγαπά και η δική μας Αριστερά. Είναι νεοφιλελεύθερη, λόγω των απολύσεων ή μήπως πρόκειται για ορθολογικό σοσιαλιστικό προγραμματισμό;
Το πώς θα την ονομάσουμε έχει μικρή σημασία. Αυτή η διαφορά οικονομικής κουλτούρας, ωστόσο, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό γιατί στις ΗΠΑ ακολουθούν μια κεϊνσιανή πολιτική κατά της λιτότητας, ενώ, αντιθέτως, στην Ευρώπη κάθε προσπάθεια χαλάρωσης προσκρούει στην κ. Μέρκελ.
Τι λέει η Γερμανίδα καγκελάριος; Οτι το πρόβλημα της Ευρώπης είναι η απουσία ανταγωνιστικότητας και ότι πριν προχωρήσει η ενοποίηση και δημιουργήσουμε κοινό κουμπαρά για την αντιμετώπιση της κρίσης, θα πρέπει να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις.
Μεταξύ μας, δεν έχει τελείως άδικο. Εντάξει, οι μεταρρυθμίσεις μπορεί να γίνουν πολύ πιο εύκολα όταν η οικονομία αναπτύσσεται και όχι σε συνθήκες λιτότητας. Ομως, φοβάται ότι αν χαλαρώσει η πίεση, καμιά χώρα δεν θα ενδιαφερθεί για τις μεταρρυθμίσεις.
Δυστυχώς, η μπάλα πήρε πρώτη απ' όλους την Ελλάδα. Και έτσι μας επέβαλαν -οι Ευρωπαίοι- μια παράλογη και τιμωρητική λιτότητα, ζητώντας μας να εξοφλήσουμε τα δάνεια που πήραμε στο πρώτο Μνημόνιο μέσα σε μόλις μία τριετία και βάζοντας ένα επιτόκιο πάνω από τις αντοχές της οικονομίας.
Και αυτά τα έκανε η Ευρώπη, όχι το ΔΝΤ. Η Ευρώπη χρέωνε επιτόκιο 6%, ενώ το ΔΝΤ 3,8% και η Ευρώπη αντιτάχθηκε στο «κούρεμα» του χρέους που εκ των υστέρων μάθαμε ότι ζητούσε το ΔΝΤ από την πρώτη στιγμή. Το έκανε μάλιστα, με τον διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ να επιμένει δημοσίως ότι τα μέτρα είναι αρκετά. Αυτός κι αν έπεσε έξω!
Προφανώς, δεν ξέρουμε τι θα είχε γίνει, αν δεν είχαν μεσολαβήσει όλα όσα «έκτακτα» συνέβησαν τα τελευταία χρόνια - οι παλινωδίες των Ευρωπαίων, η πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, οι απειλές του Grexit, η φυγή των καταθέσεων, η κοινωνική έκρηξη, ο πανικός των αγορών.
Εκείνο που έχει σημασία, ωστόσο, είναι να καταλάβουμε ότι το Μνημόνιο υλοποιεί ουσιαστικά μια ευρωπαϊκή στρατηγική που δεν πρόκειται να αλλάξει στις βασικές της κατευθύνσεις, όσο και αν μας ενοχλεί. Προφανώς θα γίνουν και άλλες διευκολύνσεις. Υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Και το ΔΝΤ; Τον τελευταίο καιρό καλλιεργείται από ορισμένους η ψευδαίσθηση ότι αυτή η ευρωπαϊκή πολιτική με κάποιον μαγικό τρόπο θα αλλάξει, αν φύγει το ΔΝΤ -το οποίο έφερε ο κ. Σόιμπλε- και μείνουν οι «καλοί» Ευρωπαίοι. Σαν σύνθημα είναι «πιασάρικο». Ισχύει, όμως, απολύτως το? χτυπάνε το σαμάρι!

ΕΘΝΟΣ 20/1/13

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου