Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012




ΝΑ ΜΗ ΜΑΣ ΒΑΛΟΥΝ ΣΤΟ ΜΕΝΟΥ


Και αυτή η είδηση πέρασε στα ψιλά των εφηµερίδων. Τον τελευταίο χρόνο η Ελλάδα ανέβηκε 11 θέσεις στην κατάταξη των χωρών ως προς το επιχειρηµατικό κλίµα που καταρτίζεται από τη Διεθνή Τράπεζα. Ακούγεται τεχνοκρατικό, όµως είναι ιδιαίτερα σηµαντικό αν αναλογιστούµε ότι από το 2004 και µετά η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας υποχωρεί κάθε χρόνο και µε ταχύτατους ρυθµούς. Είναι, λοιπόν, η πρώτη χρονιά που παρατηρείται αναστροφή.
Πρόκειται για μια επιτυχία που πιστώνεται εκ των πραγμάτων στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Και υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν ότι εκείνη η κυβέρνηση θα έπρεπε να συνεχίσει έως ότου ολοκληρώσει το έργο της και μόνο τότε να πήγαινε η χώρα στις εκλογές. Να ακολουθούσε δηλαδή το πρότυπο της κυβέρνησης Μόντι.
Πρόκειται για ένα ελκυστικό σενάριο που στηρίζεται στην πολιτική, αλλά και τεχνοκρατική επάρκεια του επιτελείου που διεκπεραίωσε τις διαπραγματεύσεις για το δεύτερο Μνημόνιο. Δυστυχώς, δεν ήταν ρεαλιστικό.
Ο πρώτος αυτονόητος λόγος ήταν πως δεν το επιθυμούσε ο ένας από τους δύο κύριους εταίρους, η Νέα Δημοκρατία. Οχι μόνο γιατί ο κ. Σαμαράς είχε ως βασικό του στόχο την πρωθυπουργία αλλά και γιατί πολιτικά το κόμμα έδειχνε ανέτοιμο για μια τόσο μεγάλη μεταστροφή - όπως αυτή που έκανε μετά τις εκλογές.
Ο δεύτερος και πιο σημαντικός λόγος είναι ότι η κυβέρνηση Παπαδήμου δεν είχε την πολιτική δύναμη να προχωρήσει. Οι περισσότεροι υπουργοί ήταν ακόμα και ψυχολογικά ηττημένοι, ενώ η νομιμοποίηση των κομμάτων που τη στήριζαν ήταν υπό διαρκή αμφισβήτηση.
Χωρίς εκλογές θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ληφθούν οι αποφάσεις που απαιτούνται για το πακέτο των 31,5 δισ. - έστω και αν οι εκλογές του Ιουνίου έγιναν στο χειρότερο χρονικά σημείο για την κυβέρνηση, με αποτέλεσμα και τη δραματική αλλαγή των συσχετισμών στη Βουλή.
Ας μην τρέφουμε, ωστόσο, αυταπάτες. Η σημερινή κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να κινηθεί στο ίδιο πλαίσιο και με τις ίδιες προτεραιότητες με τις οποίες κινήθηκε η κυβέρνηση Παπαδήμου.
Ο λόγος είναι αφοπλιστικά απλός. Ούτε η Ευρωπαϊκή Ενωση ούτε το ΔΝΤ είναι διατεθειμένα να δώσουν στην Ελλάδα παραπάνω χρήματα από αυτά που συμφωνήθηκαν τον προηγούμενο χρόνο. Και αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, αυτήν τη στιγμή δεν θα ήταν και πολιτικά εφικτό να επιδιωχθεί κάτι διαφορετικό.
Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι για πολλούς και κυρίως για το ΔΝΤ τα νούμερα δεν βγαίνουν. Θα χρειαστούμε, δηλαδή, στο μέλλον πρόσθετους πόρους που θα πρέπει να τους βάλει η Ευρώπη.
Από τη στιγμή που δεν προσφέρονται, αυτό το οποίο ουσιαστικά επιδιώκει η Ελλάδα είναι μια λίγο πιο χαλαρή ερμηνεία των αριθμών και μια «δημιουργική ασάφεια» για τη βιωσιμότητα του χρέους, έτσι ώστε το χρηματοδοτικό κενό που θα υπάρξει να αντιμετωπιστεί στο μέλλον.
Για την ώρα είμαστε στη φάση των μεγάλων εκβιασμών, με την τρόικα να βγάζει από το καπέλο το ένα αίτημα μετά το άλλο. Στόχος είναι πιθανότατα να πιεστεί η Γερμανία, το απτό αποτέλεσμα όμως είναι να δοκιμάζεται η κυβερνητική συνοχή. Και το κρίσιμο ζήτημα είναι να μη χάσουμε το δάσος για το δέντρο. Να μην παρασυρθούμε από τις κόκκινες γραμμές και βρεθούμε εκτός διαπραγμάτευσης.
Οπως θα έλεγε και η ΔΗΜΑΡ, την ώρα των αποφάσεων θέλουμε να καθόμαστε μαζί με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους στο τραπέζι. Διαφορετικά θα είμαστε στο μενού.

ΕΘΝΟΣ 25/10/12

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου