Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012




ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ "ΧΟΝΤΡΗ ΚΥΡΙΑ"



Το 1919 ένας νεαρός οικονομολόγος εξέδωσε ένα βιβλίο που έγινε παγκόσμιο μπεστ σέλερ με τον τίτλο «Οι οικονομικές επιπτώσεις της ειρήνης». Σε αυτό υποστή­ριζε ότι οι οικονομικές επανορθώσεις που επιβλή­θηκαν στη Γερμανία ήταν δυσβάσταχτες και θα είχαν σαν αποτέλεσμα την καταστροφή της οικονομίας της, πολιτική και κοινωνική αναταραχή και τελικά έναν νέο πόλεμο σε μια εικοσαετία - πρόβλεψη που αποδείχθηκε ανατριχιαστικά ακριβής. Το όνομά του ήταν Τζον Μέιναρντ Κέινς.
Η θέση του αυτή αμφισβητήθηκε έντονα και ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των ιστορικών για το αν πράγματι μπορούσε η Γερμανία να πληρώσει τα ποσά που της επιβλήθηκαν. Σίγουρα, δεν ήθελε. Με βάση τη θεωρία του «πισώπλατου χτυπήματος» που τόσο βοήθησε τον Χίτλερ, για την ήττα της υπεύθυνος ήταν ο εσωτερικός εχθρός που πρόδωσε τη χώρα. Και μόλις αποσύρθηκαν τα συμμαχικά στρατεύματα από το γερμανικό έδαφος σχεδόν σταμάτησε να πληρώνει.
Παραδόξως, και τα δύο στοιχεία φαίνεται να ισχύουν για την Ελλάδα. Εχουμε ένα υπέρογκο δημόσιο χρέος που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των περισσότερων οικονομολόγων δεν θα μπορέσουμε ποτέ να το ξεπληρώσουμε. Και επιπλέον για ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων, το χρέος αυτό δεν πρέπει να πληρωθεί, καθώς δημιουργήθηκε από μια οιονεί προδοτική πολιτική τάξη που το κατασπατάλησε σε έργα βιτρίνας και σε μίζες.
Είναι προφανές ότι το δεύτερο συναρτάται με το πρώτο: όσο οι πολίτες απελπίζονται, όσο έχουν την αίσθηση ότι κάνουμε θυσίες χωρίς να οδηγούμαστε πουθενά τόσο περισσότερο μπαίνουν στον πειρασμό να γίνουμε Κούγκι, στη λογική χειρότερα δεν γίνεται.
Φυσικά, τα πράγματα μπορούν να γίνουν -και μάλιστα πολύ- χειρότερα. Γι' αυτόν τον λόγο, ωστόσο, όλοι πια κατανοούν ότι πολιτικά πρέπει να φύγει το σύννεφο της αβεβαιότητας πάνω από την Ελλάδα. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μια οριστική επίλυση του ζητήματος χρηματοδότησης του ελληνικού χρέους.
Πριν από λίγες μόλις εβδομάδες λέγαμε ότι στόχος μας είναι να είμαστε μέσα στην Ευρωζώνη όταν θα δοθεί η οριστική λύση κάποια στιγμή μετά τις γερμανικές εκλογές. Να είμαστε στο τραπέζι για να μην είμαστε στο μενού. Ξαφνικά, ο πήχης ανέβηκε. Και τώρα δεν μας αρκεί η δόση ακόμα και των 44 δισεκατομμυρίων. Θέλουμε να αντιμετωπιστεί οριστικά το ελληνικό πρόβλημα.
Αυτό, βέβαια, προέκυψε κυρίως από την πίεση του ΔΝΤ και της κ. Λαγκάρντ. Στο τραπέζι, όμως, πια είναι και η αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς δημιουργήθηκαν ?πρόωρα- υψηλές προσδοκίες. Πρόκειται για μια κίνηση υψηλού ρίσκου με πολλά και αρκετά πιθανά, δυσάρεστα αποτελέσματα. Αν πετύχει, ωστόσο, θα είναι η αρχή της εξόδου από την κρίση. Αύριο θα μάθουμε περισσότερα.
Τα πραγματικά στοιχεία του χρέους είναι, βέβαια, γνωστά. Αυτήν τη στιγμή η Ελλάδα χρωστάει περίπου 340 δισεκατομμύρια. Το χρέος σε ευρώ είναι περίπου το ίδιο με το 2010, επειδή όμως βρισκόμαστε σε ύφεση και το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν έχει μειωθεί, έχει κάνει άλμα από το 155% του ΑΕΠ στο 176%! Τα επόμενα χρόνια αναμένεται να αυξηθεί κι άλλο και να κορυφωθεί το 2014 σε λίγο πάνω από το 190% του ΑΕΠ και στη συνέχεια σταδιακά θα αρχίσει να μειώνεται και να πέσει στο 146% το 2020.
Τα στοιχεία αυτά είναι σε μεγάλο βαθμό αυθαίρετα. Λίγο να αυξηθεί ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας ή να πάνε καλύτερα οι αποκρατικοποιήσεις ή να έχουμε μεγαλύτερο πλεόνασμα στον προϋπολογισμό και μπορεί να αλλάξουν εντυπωσιακά. Και, άλλωστε, όπως σωστά είπε ο κ. Σόιμπλε, γιατί είναι τόσο μεγάλο πρόβλημα αν το χρέος πέσει στο 120% του ΑΕΠ το 2022 και όχι το 2020;
Η απάντηση, φυσικά, βρίσκεται στις αγορές. Με τόσο υψηλό χρέος θεωρείται απίθανο να μας δανείζουν. Θα χρειαστεί κατά συνέπεια να μας δώσει επιπλέον χρήματα η Ευρώπη - της τάξεως των 40 δισεκατομμυρίων έως το 2020 και άλλα τόσα έως το 2030. Ενα τρίτο πακέτο, όμως, για την Ελλάδα θεωρείται πολιτικά ανέ­φικτο. Κατά συνέπεια, είναι προτιμότερο να γί­νει μια αναδιάρθρωση τώρα, η οποία επιπλέον θα αποτρέψει και την πιθανότητα ατυχήματος.
Γιατί, βέβαια, όσο δεν δύνεται λύση, όσο συνεχίζεται η αβεβαιότητα τόσο θα συνεχίζεται η ύφεση και θα διαρρέουν οι καταθέσεις ? η υπόθεση της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ θα γίνει μια «αυτοεκπληρούμενη προφητεία», σημειώνουν οι οικονομολόγοι.
Κρίσιμος παράγοντας, φυσικά, είναι και τα επιτόκια. Με 340 δισεκατομμύρια χρέος η Ελλάδα πληρώνει για τόκους το 2012 περίπου 11 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό αντιστοιχεί σε ένα επιτόκιο κοντά στο 3% και σημαίνει ότι αφιερώνουμε λίγο πάνω από το 5% του ΑΕΠ στην πληρωμή τόκων. Αν είχαμε δανειστεί με το 6% που έφτασαν να δανείζονται Ισπανία και Ιταλία, τότε θα πληρώναμε 18 δισεκατομμύρια για τόκους. Θα χρειαζόμασταν, δηλαδή, το 9% του ΑΕΠ για την πληρωμή μόνο των τόκων.
Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς τι θα σήμαινε αυτό όταν το σύνολο των φορολογικών μας εσόδων δεν ξεπερνά τα 50 δισεκατομμύρια. Αφόρητες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ήδη κλονισμένη κοινωνική συνοχή.
Το συμπέρασμα είναι σαφές. Στην οριστική λύση που επιδιώκει η κ. Λαγκάρντ είμαστε αναγκασμένοι να πάμε αργά ή γρήγορα - το ξέρουν όλοι, το ξέρει και η κ. Μέρκελ. Παραδόξως μετά τη συζήτηση που έγινε στη γερμανική Βουλή, της είναι τώρα πιο εύκολο να πάρει τη μεγάλη απόφαση. Ολα τα κόμματα την επέκριναν γιατί συντηρεί την εκκρεμότητα με την Ελλάδα. Κατά συνέπεια, δεν κινδυνεύει πλέον να κατηγορηθεί ότι υποκύπτει στον εκβιασμό του ΔΝΤ και των Ελλήνων.
Για όσους αγαπούν τις ιστορικές αναλογίες, αξίζει να επισημανθεί ότι το ίδιο ακριβώς είχε συμβεί πριν από λίγες δεκαετίες, όταν ο τότε καγκελάριος Χέλμουτ Κολ υπέγραψε την οριστική συμφωνία για τα σύνορα με την Πολωνία. Στην αρχή φάνηκε να διαφωνεί και όταν σύσσωμη η αντιπολίτευση τον κατέκρινε ότι ανοίγει ένα τόσο επικίνδυνο θέμα, υπέγραψε σίγουρος ότι δεν θα υποστεί κριτική για ενδοτισμό. Ας ελπίσουμε ότι η μαθήτρια θα θυμηθεί τον δάσκαλο!

ΕΘΝΟΣ 25/11/12

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου